Κυριακή της Σταυροπροσκυνήσεως ονομάζεται η τρίτη Κυριακή της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, κατά την οποία τιμάται ο σταυρός, το σύμβολο της χριστιανικής πίστης. Πρόκειται για μεσο-νηστήσιμη Κυριακή, βρίσκεται δηλαδή στο μέσο της σαρανταήμερης νηστείας. Οι χριστιανοί προσκυνώντας τον σταυρό, θυμούνται το πάθος του Χριστού και παίρνουν δύναμη να συνεχίσουν τη νηστεία.
Κατά τη διάρκεια της πρωινής λειτουργίας, ο σταυρός μεταφέρεται από τον ιερέα με πομπή στο κέντρο του ναού, όπου τελείται όπως ορίζει το εκκλησιαστικό τυπικό, η ακολουθία της Σταυροπροσκυνήσεως. Στη συνέχεια, οι πιστοί ασπάζονται τον σταυρό και λαμβάνουν άνθη από το χέρι του ιερέα (σταυρολούλουδα), όπως τα άνθη του επιταφίου. Ο σταυρός παραμένει στο κέντρο του ναού καθ’ όλη τη διάρκεια της εβδομάδας, οπότε στο τέλος κάθε ακολουθίας γίνεται η προσκύνησή του από τους εκκλησιαζόμενους.
Οι Λεπτοκαρίτες την Κυριακή της Σταυροπροσκυνήσεως την έλεγαν «Μ’σοσαράκοστους» και αυτό γιατί βρισκόταν ακριβώς στη μέση της Μεγάλης Σαρακοστής. Έτσι, την παραμονή, τα μικρά παιδιά πήγαιναν στις χαράδρες γύρω από την παλαιά Λεπτοκαρυά, (όπως ο Λάκκος ο Μέγας, το λούκι, ο Σιπωτός, κλπ.) για να μαζέψουν «πασχαλίτσες». Πρόκειται για αγριολούλουδα που φύτρωναν στα ανήλια και υγρά μέρη των χαραδρών. Όλα αυτά τα αγριολούλουδα που μάζευαν τα παιδιά, τα πήγαιναν στο σπίτι τους στις οικογένειές τους.
Τις πασχαλίτσες και τα άλλα αγριολούλουδα, τις έφερναν στην εκκλησία του Αγίου Νικολάου οι Λεπτοκαρίτισσες, την Κυριακή της Σταυροπροσκυνήσεως και τις έδιναν στον ιερέα του χωριού. Τότε ο ιερέας έχοντας τη βοήθεια (κυρίως) του καντηλανάφτη ή κάποιου από τα «παπαδάκια», έβαζε τις πασχαλίτσες μαζί με τα υπόλοιπα αγριολούλουδα, πάνω σε ένα δίσκο. Όταν ο δίσκος γέμιζε, τότε έβαζε όλες τις πασχαλίτσες και τα λουλούδια μέσα σε ένα «κάνιστρο», (δηλ. μέσα σε ένα πανέρι), που βρισκόταν κάτω από το τραπέζι. Πάνω στις πασχαλίτσες του δίσκου, ο ιερέας έβαζε τον σταυρό.
Όταν τελείωνε η ύψωση του σταυρού, τότε όλοι οι πιστοί πήγαιναν και έπαιρναν από το χέρι του παπά τα λουλούδια, τα οποία είχε ευλογήσει νωρίτερα. Τα λουλούδια αυτά, οι Λεπτοκαρίτες όταν επέστρεφαν στο σπίτι τους από την εκκλησία, έπρεπε οπωσδήποτε να τα βάλουν στο εικονοστάσι. Μετά το τέλος της ακολουθίας της Σταυροπροσκηνήσεως, ο ιερέας έδινε σε μερικά μικρά παιδάκια τον σταυρό και ένα άδειο μικρό καλάθι. Εκείνα με τη σειρά τους, γύριζαν στα σπίτια της παλαιάς Λεπτοκαρυάς, όπου επισκέπτονταν όλα τα νοικοκυριά του χωριού, ψάλλοντας το «Σῶσον, Κύριε, τὸν λαόν σου, καὶ εὐλόγησον τὴν κληρονομίαν σου, νίκας τοῖς βασιλεῦσι, κατὰ βαρβάρων δωρούμενος, καὶ τὸ σὸν φυλάττων, διὰ τοῦ Σταυροῦ σου πολίτευμα».
Οι Λεπτοκαρίτισσες, έπρεπε πρώτα να φιλήσουν τον σταυρό, ενώ αργότερα έδιναν στα μικρά παιδιά αυγά, χρήματα (όσοι είχαν), ή έδιναν «σούφερα» (δηλ. διάφορα φρούτα και γλυκίσματα). Το βράδυ εκείνο, τα παιδάκια (αφού πρώτα επισκέπτονταν όλα τα σπίτια του χωριού), επέστρεφαν στο σπίτι του ιερέα. Αργότερα άδειαζαν όλα τα αυγά, τα «σούφερα», τα χρήματα και τα «καλούδια» (δηλ. τα κεράσματα) που είχαν μαζέψει τα παιδάκια μέσα στο καλαθάκι που τους είχε δώσει ο παπάς. Τότε ο ιερέας, έδινε στο κάθε παιδί μερικά αυγά, γλυκίσματα και φρούτα και τα έστελνε να επιστρέψουν στα σπίτια τους.
Επίσης, η προφορική παράδοση μας λέει, πως την ημέρα εκείνη και οι δάσκαλοι (εκτός από τον ιερέα) έστελναν τα παιδιά (μαζί με το καλαθάκι) να πάνε σε όλα τα νοικοκυριά της παλαιάς Λεπτοκαρυάς, με μοναδικό σκοπό να μαζέψουν όσο το δυνατότερο περισσότερα αυγά. Τα παιδιά γύριζαν από σπίτι σε σπίτι και ζητούσαν αυγά και καλούδια για το Πάσχα, τραγουδώντας τους παρακάτω στίχους.
«Χαίρε τίμιε σταυρέ
χαρά των προφητών
να μας δώσεις εν’ αυγό
για να φύγουμε από ‘δω».
Αρκετές πληροφορίες πάρθηκαν από το βιβλίο του καθηγητή Γεωργίου Χατζή, «Λεπτοκαρυά». Υπήρχαν πολλά έθιμα στην παλαιά Λεπτοκαρυά, τα οποία σήμερα (δυστυχώς) δεν σώζονται και δεν γίνονται σε κανένα σπίτι της σημερινής Λεπτοκαρυάς. Σκοπός μου είναι να υπενθυμίζω τα έθιμα αυτά στους Λεπτοκαρίτες, με την ελπίδα να αναβιώσουν κάποτε (από τους πολιτιστικούς συλλόγους) στη σημερινή Λεπτοκαρυά, γιατί μόνο έτσι θα κρατήσουμε την παράδοση του τόπου μας ζωντανή.
ΤΖΙΟΛΑΣ ΙΩΑΝΝΗΣ
Φιλόλογος – αρχαιολόγος