Από την υπογραφή, τον Δεκέμβριο του 2023, της περίφημης Διακήρυξης των Αθηνών περί σχέσεων φιλίας και καλής γειτονίας μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας (https://www.kathimerini.gr/politics/foreign-policy/562769443/ellada-toyrkia-to-keimeno-tis-diakiryxis-ton-athinon/) βιώνουμε ‘‘πράματα και θάματα’’. Ξαφνικά, από τη μια μεριά, σταμάτησαν μεν (σε έναν εντυπωσιακό βαθμό τουλάχιστον) οι υπερπτήσεις των τουρκικών αεροσκαφών στο Αιγαίο, αλλά, από την άλλη, λαμβάνουν χώρα γεγονότα που σε άλλα κράτη θα… ‘‘έβγαζαν τον κόσμο στους δρόμους’’!
Για να αναφερθώ στα παντελώς πρόσφατα, παραπέμπω όλους να σκεφθούν τη δήλωση (πριν ελάχιστο καιρό) του Υπουργού Εξωτερικών, κ. Γιώργου Γεραπετρίτη, ότι θα ανεχόταν να χαρακτηριστεί ακόμη και ‘‘μειοδότης’’ (ίδετε https://www.youtube.com/watch?v=wzy6TakRffQ) για να υπάρχει ‘‘ηρεμία’’ στις σχέσεις μας με τους γείτονες (είναι ο άνθρωπος, θυμίζω, που είχε υποστηρίξει ότι η ‘‘κόκκινη γραμμή’’ μας είναι τα 6 ν.μ., άρα όλα τα άλλα συζητιούνται και επιδέχονται υποχωρήσεων;), να αναλογιστούν τη συνεπαγωγή από τη ‘‘στάση’’ της Διευθύντριας του ΕΛΙΑΜΕΠ, κ. Μαρίας Γαβουνέλη, σε πρόσφατη συνέντευξή της, ήτοι την πρότασή της να αποτελέσει κομμάτι της ελληνοτουρκικής διαπραγμάτευσης ο περιορισμός της εθνικής μας κυριαρχίας επί των χωρικών μας υδάτων σε κάτι λιγότερο από αυτό που δυνητικά ορίζει το Διεθνές Δίκαιο (ίδετε https://www.neakriti.gr/ellada/2081190_m-gaboyneli-eliamep-blepei-os-lysi-ta-8-me-9-naytika-milia-horika-ydata-sto-aigaio) και να διερωτηθούν για το πώς είναι δυνατόν άνθρωποι της Τουρκίας να ‘‘διατάζουν και αποφασίζουν’’ κατά το δοκούν εντός Ελλάδας (αναφέρομαι στην εκδίωξη του νόμιμου Μουφτή της Κομοτηνής από χώρο λατρείας στη Ξάνθη, εκδίωξη που επιχείρησαν παράγοντες που συνδέονται δεδηλωμένα με την όμορη χώρα, ίδετε https://eleftherostypos.gr/ellada/pyra-kata-tis-elladas-apo-ton-pseftomoufti-xanthis-ti-apokalyptei-to-eleftherostypos-gr).
Φώναζα (ας μου επιτραπεί το συγκεκριμένο ρήμα, αλλιώς θεωρήστε το εντός εισαγωγικών) εδώ και καιρό για την ‘‘ανεξήγητη’’ καθυστέρηση της Ελλάδας να υποβάλει αρμοδίως στην ΕΕ τον θαλάσσιο χωροταξικό της σχεδιασμό και άρα πρακτικά να δηλώσει, ως κυρίαρχο κράτος, ποιες ακριβώς θεωρεί ότι είναι οι δικές της θαλάσσιες ζώνες (ίδετε παρακαλώ το άρθρο μου ‘‘Η παραπομπή της Ελλάδας στο ΔΕΕ για τον θαλάσσιο χωροταξικό σχεδιασμό και οι σχέσεις μας με την Τουρκία’’, https://pieriasocial.gr/?p=77837), αλλά, από ό,τι φαίνεται, τίποτε δεν μπορεί να γίνει εν απουσία της Τουρκίας. Ο Πρωθυπουργός μας προανήγγειλε εδώ και καιρό ‘‘ενδεχόμενες’’ υποχωρήσεις μας έναντι των Τούρκων (https://slpress.gr/news/mitsotakis-gia-ellinotoyrkika-quot-epithymo-na-diereyniso-tin-tolmiri-atzenta-toys-quot/) ενώ από την άλλη, ο Erdogan, εκθέτοντας την Κυβέρνηση, κάνει λόγο για συζητήσεις σε όλα τα θέματα με την προοπτική επίτευξης μιας ‘‘συμφωνίας-πακέτο’’ ανάμεσα στις δύο χώρες (https://www.militaire.gr/o-erntogan-ekthetei-gia-pollosti-fora-tin-kyvernisi-mitsotaki/), συζητήσεις μάλιστα που πρέπει να περιλαμβάνουν την αποστρατιωτικοποίηση των νησιών μας, ως προϋπόθεση της επ’ αυτών εθνικής μας κυριαρχίας (ίδετε https://www.kathimerini.gr/politics/foreign-policy/563266780/toyrkia-thetei-xana-zitima-kyriarchias-kai-apostratiotikopoiisis-nision/)!
Όλα τα παραπάνω απαιτούν ασφαλώς μια πολύ ψύχραιμη, εύστροφη αλλά και ολοκληρωτική προσέγγιση καθώς η Ελλάδα μοιάζει έτοιμη να υποκύψει στον άτεγκτο και σκληρό νεο-οθωμανικό αναθεωρητισμό των Τούρκων, πάντα στο όνομα της ‘‘ειρήνης και σταθερότητας’’ της ‘‘ευρύτερης περιοχής’’. Προσωπικά, λοιπόν, στο πλαίσιο της αναζήτησης της ερμηνείας της τρέχουσας συγκυριακής εξέλιξης των ελληνοτουρκικών σχέσεων, με προβληματίζει πολύ αυτή η ‘‘ευρύτερη περιοχή’’ μας και κυρίως το γιατί, το προς τα πού και το πώς θα μπορούσε να προσανατολιστεί και άρα να κατευθυνθεί η προσπάθεια των απογόνων του Κεμάλ να ‘‘δορυφοροποιήσουν’’ γύρω από το μητροπολιτικό τουρκικό κέντρο – τη χερσόνησο της Μικράς Ασίας και τη γεωγραφική περίμετρο της Κωνσταντινούπολης- ό,τι γειτνιάζει και συγγενεύει με αυτό ή απασχολεί και ενδιαφέρει αυτό.
Καταρχάς, ως προς το ‘‘γιατί’’, θεωρώ ευνόητο ότι είναι σε θέση να ‘‘δορυφοροποιήσει’’ κράτος ή κράτη του ευρύτερου γεωγραφικού του περιβάλλοντος αυτός που είναι ή νομίζει ότι είναι ο ισχυρός. Στο περίφημο ‘‘Στρατηγικό Βάθος’’ του, λοιπόν, ο Ahmet Davutoglu παρουσιάζει με σαφήνεια την εξίσωση της ισχύος μιας χώρας. Αυτή η ισχύς ξεκινά από τα δεδομένα της χώρας, τα οποία είναι είτε σταθερά, δηλαδή στο βάθος του μακρού ιστορικού χρόνου απαράλλακτα ή τουλάχιστον δυσμετάβλητα, είτε δυναμικά, ήτοι εύπλαστα, συγκυριακά και συνεχώς εξελισσόμενα. Στα σταθερά δεδομένα συμπεριλαμβάνονται η ιστορία, η γεωγραφία, ο πληθυσμός και ο πολιτισμός μιας χώρας, δηλαδή τα δομικά στοιχεία της μόνιμης υπαρκτικής φυσιογνωμίας της, στα δε δυναμικά δεδομένα συγκαταλέγονται η οικονομική, η τεχνολογική και η στρατιωτική ικανότητά της, δηλαδή παράμετροι που εκ της φύσεως τους, αποτυπωμένες μετρικά σε διαγράμματα, γνωρίζουν καμπυλοειδείς διακυμάνσεις.
Η εξίσωση Davutoglu μας λέει, λοιπόν, ότι η ισχύς ενός κράτους είναι το γινόμενο του πολλαπλασιασμού των εν γένει δεδομένων του, σταθερών και δυναμικών, με συγκεκριμένες πολλαπλασιαστικές παραμέτρους, ήτοι τη στρατηγική νοοτροπία (κράτος πρωταγωνιστής και διαμορφωτής γεωπολιτικών καταστάσεων ή κράτος εσωστρεφές και ακόλουθος ιστορικών διαδρομών που άλλοι, ισχυρότεροί του, χαράσσουν), το στρατηγικό σχεδιασμό (κράτος με στρατηγικό όραμα και επιλεγμένες γεωπολιτικές επιδιώξεις ή κράτος καθοδηγούμενο ενστικτωδώς και απρογραμμάτιστα από τις ιστορικο-οικονομικές συγκυρίες) και την πολιτική βούλησήτου(κράτος που έχοντας εθνικό γεωπολιτικό στρατηγισμό κινητοποιείται ενσυνείδητα μέσω της πολιτικής του προς την πραγματοποίησή του ή κράτος που δεν έχει τη βουλητική ενόρμηση να ακολουθήσει πολιτικές ευρύτερου σχεδιασμού σε βάθος ιστορικού Χωρόχρονου). Σχηματικά, επομένως, η εξίσωση Davutoglu περί της ισχύος μιας χώρας μορφοποιείται ως εξής: Ι= (ΣΔ+ΔΔ) Χ (ΣΝ+ΣΣ+ΠΒ)*.
Με βάση την άνω εξίσωση, λοιπόν, μπορεί η Τουρκία να εκληφθεί ως ισχυρό κράτος του ευρύτερου γεωγραφικού της περιβάλλοντος; Επί του ερωτήματος, προσωπικά θα επιλέξω ένα σταθερό και ένα δυναμικό δεδομένο και δη θα επιλέξω τον πληθυσμό από τα σταθερά δεδομένα και τη φέρουσα οικονομική ικανότητα, μετρούμενη ως ΑΕΠ, αναφορικά με τα δυναμικά δεδομένα. Και τούτο, διότι ο πληθυσμός, αν και σταθερό δεδομένο κατά τον Davutoglu, αναδεικνύει το μέγεθος της οντότητας ενός κράτους, το οποίο (μέγεθος) και αντανακλά άμεσα στην εμβέλεια της εθνικής δυναμικής και προοπτικής, η δε οικονομική ικανότητα δείχνει τη δυνατότητα έκφρασης και επιβολής της εθνικής δυναμικής και προοπτικής του κράτους ή απλούστερα την πιθανολογική βάση και τη δύναμη των χρησιμοποιούμενων μέσων για την επικράτηση του εθνικού οράματος ή έστω του βραχέος στρατηγισμού του.
Η εφαρμογή των επιλεχθέντων δεδομένων πρέπει να γίνει συγκριτικά με τις χώρες του γεωγραφικά περιβάλλοντος την Τουρκία Χώρου. Επειδή δε, σχετικά με τη ‘‘δορυφοροποίηση’’, ενδιαφέρουν οι εγγύτεροι στο συγκεκριμένο μητροπολιτικό κέντρο ‘‘παίκτες’’, εκ των πραγμάτων η Τουρκία πρέπει να συγκριθεί και ούτως ή άλλως συγκρίνεται με τα όμορά της, στις τέσσερεις κατευθύνσεις του ορίζοντα, κράτη.
Η Τουρκία, λοιπόν, είναι μια χώρα που έχει πληθυσμό 87,5 εκατομμύρια και ΑΕΠ 1,114 τρισ. δολάρια το 2024. Ανατολικά της συνορεύει με τη Γεωργία, μια χώρα με πληθυσμό 3,8 εκατ. και ΑΕΠ 122 δισ. δολάρια, την Αρμενία που έχει 2,9 εκατ. κατοίκους και ΑΕΠ 82 δισ. δολάρια και το Ιράν που έχει πληθυσμό 91,8 εκατ. και ΑΕΠ 388 δισ. δολάρια. Στον νότο της, υπάρχει το Ιράκ με πάνω από 46,3 εκατ. κατοίκους και ΑΕΠ 260 δισ. δολάρια και η ανήμπορη να σταθεί όρθια Συρία με πληθυσμό σχεδόν 25 εκατ. και ΑΕΠ 11 δισ. δολάρια, ενώ στον θαλάσσιο χώρο νότια της Τουρκίας βρίσκονται η Κύπρος με πληθυσμό 1,35 εκατ. και ΑΕΠ 34 δισ. δολάρια και πέραν αυτής η Αίγυπτος με 117 εκατ. κατοίκους και ΑΕΠ 345 δισ. δολάρια, όπως επίσης (στα νότια της) και εντός της Λεκάνης της Λεβαντίνης βρίσκεται το κράτος(;) του Λιβάνου με πληθυσμό κάτι πάνω από 5 εκατ. και ΑΕΠ 70 δισ. δολάρια και το κραταιό Ισραήλ με πληθυσμό 9,4 εκατ. και ΑΕΠ 509 δισ. δολάρια.
Δυτικά της Τουρκίας βρίσκεται η Ελλάδα με πληθυσμό 10 εκατ. και AEΠ 250 δισ. δολάρια ενώ βόρεια η Τουρκία έχει μόνο θαλάσσια σύνορα και συνορεύει με τη Ρωσία με πληθυσμό 145 εκατ. και ΑΕΠ 2 τρισ. δολάρια, την Ουκρανία που έχει πια 38 εκατ. κατοίκους και ΑΕΠ 197,8 δισ. δολάρια αλλά και τις δύο άλλες χώρες του Εύξεινου Πόντου, δηλαδή κυρίως με τη Βουλγαρία με πληθυσμό 6,7 εκατ. και ΑΕΠ 107 δισ. δολάρια και τη Ρουμανία με σχεδόν 19 εκατ. κατοίκους και ΑΕΠ 370 δισ. δολάρια.
Συγκρινόμενη, επομένως, με τις 14 χώρες που απαρτίζουν τον ευρύ περιβάλλοντα γεωγραφικό της κύκλο, η Τουρκία ως προς το ΑΕΠ υστερεί μόνο έναντι της Ρωσίας, δηλαδή μιας από τις υπερδυνάμεις του Πλανήτη (τουλάχιστον τον προηγούμενο αιώνα) και πληθυσμιακά συγκρίνεται με το Ιράν και υπολείπεται της Αιγύπτου και της Ρωσίας βεβαίως. Κατά συνέπεια, το ‘‘γιατί’’ η Τουρκία μπορεί ή ενδέχεται να ‘‘δορυφοροποιήσει’’ κάποιο ή κάποια από τα άνω κράτη, βρίσκει υποστηρικτική ratio στο γεγονός ότι αυτή (δηλ. η Τουρκία) είναι ή νιώθει εαυτόν ως μια από τις βασικές, ισχυρές δυνάμεις της ευρύτερης περιοχής μας, δεδομένου ότι διαθέτει και τον 8ο ισχυρότερο στρατό στον Κόσμο (https://www.globalfirepower.com/countries-listing.php).
Τα παραπάνω στοιχεία μάλιστα δεν είναι καθόλου αδιάφορα διότι, ως παραμετρικοί ενισχυτές ή και κατά καιρούς και ως απομειωτές της ισχύος μιας χώρας, ανάγλυφα παρουσιάζουν (και) τους εγγενείς χωροθετικούς περιορισμούς της πιθανής εμβέλειας της ισχύος της Τουρκίας, ήτοι τους ανασταλτικούς παράγοντες επί των οποίων μπορεί να προσκρούσουν οι στρατηγικές φιλοδοξίες της και ειδικά το έντονα και πανταχόθι την εποχή Erdogan εκπεμπόμενο αναθεωρητικό της δόγμα ως προς τη Γεωπολιτική Δομή του ευρασιατικού κορμού της Heartland.
Ψηλαφίζοντας, συνεπώς, το ερώτημα σχετικά με το προς τα πού θα μπορούσαν να βρουν πεδίο υλοποίησης οι τουρκικές βλέψεις για τη δημιουργία δορυφορικών ‘‘σχέσεων-εξαρτήσεων’’ με γειτονικά της κράτη, και υπό το δεδομένο ότι οι Τούρκοι είναι αδύνατον να κινηθούν σε κάθε κατεύθυνση του περιβάλλοντος γεωγραφικού τόξου, δηλαδή παντού με επιτυχία και δη (το σημαντικότερο) ταυτόχρονα, είναι εμφανές ότι, καταρχάς, στον βορρά της η Τουρκία αναχαιτίζεται γεωπολιτικά από τον κύκλο στρατηγικής δράσης της Ρωσίας. Μάλιστα, ακόμη και αν οι Ουκρανοί κερδίσουν στην πράξη ή έστω εκληφθούν στη θεωρία ως ‘‘νικητές’’ του ρωσο-ουκρανικού πολέμου, η Τουρκία είναι απίθανο να θέσει συνακόλουθο στο ‘‘άρμα’’ της οποιαδήποτε χώρα, κείμενη στα βόρεια της.
Στα ανατολικά της, η περιοχή του Καυκάσου σχετίζεται με το πετρέλαιο και τις παγκόσμιες ενεργειακές ροές. Το τουρκογενές Αζερμπαϊτζάν συνιστά ουσιαστικό πόλο επιρροής της στη γειτονιά του Καυκάσου, ειδικότερα μετά την ήττα της Αρμενίας στο Ναγκόρνο Καραμπάχ, γεγονός που καθιστά την τελευταία περίκλειστη χώρα ακόμη αμυδρότερης γεωπολιτικής δυναμικής. Ωστόσο, η μεγάλη χώρα, ανατολικά της Τουρκίας, είναι το Ιράν, το οποίο, ως προπύργιο του μουσουλμανικού σιϊτισμού και χώρα με πυρηνικές υποδομές, αντικειμενικά μπορεί να σταθεί εμπόδιο στα όποια κυριαρχικά σχέδια για την περιοχή της ‘‘σουνιτικής’’ και ‘‘νατοϊκής’’, παράλληλα, Τουρκίας.
Στον ευρύτερο νότο, η κατάσταση είναι τόσο περιπλεγμένη που θα μπορούσε να ‘‘πυροδοτήσει’’ έναν πολύ μεγάλο (τουλάχιστον περιφερειακό) πόλεμο. Ο στρατηγισμός ενός μεγάλου ‘‘παίκτη’’ εν προκειμένω θα απέβλεπε στην εγκαθίδρυση κομβικής επιρροής του στον Περσικό Κόλπο και στην Ερυθρά Θάλασσα, δηλαδή στις δύο σημαντικότερες στον Κόσμο θαλάσσιες αρτηρίες για τη διαμετακόμιση ενεργειακών πόρων και εμπορικών αγαθών. Ο πόλεμος όμως στη Γάζα και ήδη η ανάφλεξη μεταξύ Ισραήλ και Λιβάνου πρόσθεσαν ακόμη μεγαλύτερη αβεβαιότητα σε μια ήδη αποσταθεροποιημένη περιοχή, όπου Κούρδοι, Σύριοι και Ιρακινοί παλεύουν για την επιβίωσή τους. Σε τούτο δε το εκρηκτικό, από κάθε άποψη, γεωπολιτικό υπόστρωμα, η Αίγυπτος επιδιώκει να κρατά σταθερά και διηνεκώς το ‘‘χαρτί’’ του Σουέζ ενώ όλες οι δυνάμεις στην αραβική χερσόνησο είναι σε θέση να διατηρούν ευέλικτα την γεω-οικονομική αυτονομία τους χάριν στον διαθέσιμο ενεργειακό τους πλούτο.
Μπορεί, επομένως, στον Βορρά η Ρωσία, στην Ανατολή το Ιράν και στον Νότο, υπό τραχείες συνθήκες και για διαφορετικούς λόγους, το Ισραήλ, η Αίγυπτος και οι εκπρόσωποι του αραβικού κόσμου, επιζητώντας την προβολή της ισχύος τους στη ‘‘σκακιέρα’’ της περιοχής μέσω των δικών τους στρατηγικών προτεραιοτήτων, να αμβλύνουν ή ακόμα και να ‘‘απονευρώνουν’’ τον τουρκικό μεγαλοϊδεατισμό, στα Δυτικά, ωστόσο, υπάρχει μόνο η Ελλάδα που, δυνητικά τουλάχιστον, μπορεί να αναγιγνώσκεται και προσδιορίζεται στους τουρκικούς σχεδιασμούς ως ‘‘στόχος δορυφοροποίησης’’.
Το συνθλιπτικό ‘‘ιστορικό αμόνι’’ του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου μετέτρεψε έναν από τους μεγάλους χαμένους του, την Οθωμανική Αυτοκρατορία, σε κράτος ‘‘βεστφαλιανού τύπου’’. Η εδώ και έναν αιώνα υφιστάμενη Τουρκία, λοιπόν, προσπαθεί, ως φορέας του ιστορικού παρελθόντος της μητρικής αυτοκρατορικής ρίζας της, να επιβάλλει την κρατική ισχύ και γεωπολιτική δυναμική της σε ένα περιβάλλον που περιλαμβάνει τα Βαλκάνια και τη Μαύρη Θάλασσα, την Ανατολική Μεσόγειο και τις ακτές της Λεκάνης της Λεβαντίνης μέχρι τη Μεσοποταμία και τον κεντροασιατικό ορίζοντα, διαθέτοντας ως οργανικό κέντρο μια από τις πιο σημαντικές πόλεις στην ανθρώπινη Ιστορία, την Κωνσταντινούπολη.
Για να το πετύχει δε αυτό έχει υπέρ της δύο δεδομένα και μπροστά της δύο ζητούμενα: Κατά πρώτον, δεδομένα ελέγχει τα στενά των Δαρδανελλίων, τη Θάλασσα του Μαρμαρά και τα στενά του Βοσπόρου, ήτοι τους διασυνδετήριους υδάτινους δρόμους της Μαύρης Θάλασσας με τη Μεσόγειο, η οποία είναι και το ‘‘πέρασμα’’ από τον Ατλαντικό στον Ινδικό και πιο πέρα στον Ειρηνικό Ωκεανό. Κατά δεύτερον, έχει δεδομένα και εκ των πραγμάτων παρουσία στη Μαύρη Θάλασσα, δηλαδή στη θαλάσσια οδό που (θα) εξασφαλίζει το άνοιγμά της προς την Ανατολική και Βόρεια Ευρώπη, από τη μια, και τον Καύκασο και την Κεντρική Ασία από την άλλη.
Ζητούμενα δε για την Τουρκία είναι κατά πρώτον η εγκατάλειψη ή έστω απίσχναση από την πλευρά των Αμερικάνων της πολιτικής τους για ηγεμονική επιτήρηση στους οικουμενικούς κομβικούς θαλάσσιους διαδρόμους και κατά δεύτερον (ζητούμενο είναι) το ‘‘σοβαρό πάτημά’’ της στο Αιγαίο, με την παράλληλη διατήρηση του status μη ανάμιξης των Ρώσων. Γι’ αυτό άλλωστε, κατά τον Davutoglu, ‘‘το γεγονός ότι η συντριπτική πλειοψηφία των νησιών του Αιγαίου βρίσκεται υπό ελληνική κυριαρχία αποτελεί το σημαντικότερο αδιέξοδο της πολιτικής της εγγύς θαλάσσιας περιοχής της Τουρκίας’’ (σελ. 268, Davutoglu, ‘‘Το Στρατηγικό Βάθος, Η Διεθνής Θέση της Τουρκίας’’).
To ‘‘σοβαρό πάτημα’’ στο Αιγαίο, λοιπόν, είναι για τους Τούρκους αποχρών γεωπολιτικός λόγος ‘‘δορυφοροποίησης’’ της Ελλάδας. Έτσι, κατά τα άνω, το τελευταίο ερώτημα αφορά το ‘‘πώς’’ η Ελλάδα είναι δυνατόν να διατελεί υπό την ‘‘ομπρέλα’’ της Τουρκίας; Ο Davutoglu εισάγει στη θεωρία του στρατηγικού βάθους νεολογισμούς του τύπου ‘‘προωθημένα γεωπολιτικά όρια’’ και ‘‘γκρίζες ζώνες αλληλεπίδρασης’’, στρατηγικά θεωρήματα δηλαδή βάσει των οποίων η Τουρκία θα μπορέσει να εκδιπλώσει αποτελεσματικά την εμβέλεια της περιφερειακής επιρροής της, στηριζόμενη αφενός στα γεωπολιτισμικά και πληθυσμιακά ερείσματα που της παρέχει στα Βαλκάνια (δηλ. σε Αλβανία, Βοσνία, Κόσσοβο, Σκόπια και νότια Βουλγαρία) η οθωμανική της κληρονομιά και αφετέρου στη φαινομενική ‘‘ουδετεροποίηση’’, επί της ουσίας όμως επικυριαρχία της, στο Αιγαίο, που ‘‘περνά’’ μέσα από την de facto υλοποίηση του νέο-οθωμανικού αναθεωρητισμού. Υπό αυτή τη στρατηγική, κυρίως απέναντι στην Ελλάδα, στην οποία επιθυμεί να επιβάλει παντοιοτρόπως λογικές συνδιαχείρισης και συνεκμετάλλευσης σε όλα και για όλα και της οποίας προσδοκά τον ‘‘μεταναστευτικό εμπλουτισμό’’, άλλοτε με επιθετικότητα και απειλές και άλλοτε ‘‘πουλώντας ειρήνη’’ και ‘‘εισπράττοντας’’ ‘‘οσφυοκαμψίες’’ και ‘‘υποτέλεια’’ θα μπορεί να ομιλεί και για την ‘‘Pax Nova–Ottomanica’’ στην περιοχή.
Δεν είναι τυχαίο, συνεπώς, που ο Davutoglu κάνει αναφορά (ίδετε το ‘‘Στρατηγικό βάθος’’, σελ.73), κατά την ανάλυση της στρατηγικής θεωρίας που οι Τούρκοι πρέπει να ακολουθούν, και σε λαούς που ‘‘αντί να επιχειρήσουν να κάνουν έναν αξιοπρεπή, μελετημένο και αποφασισμένο περίπατο στον απέραντο ορίζοντα που τους ανοίγει μπροστά η ιστορία και η γεωγραφία τους, προτιμούν να βαδίζουν τρεκλίζοντας στις στρατηγικές σκιές των άλλων’’. Είναι, ως εκ τούτου, δική μας ευθύνη και απόφαση, ευθύνη του λαού μας και των πολιτικών του ταγών, να επιλέξουμε τον ‘‘αξιοπρεπή, μελετημένο και αποφασισμένο περίπατο’’ στο εύρος του Ιστορικού Χρόνου ή τα ‘‘τρικλίσματα’’ στις ‘‘σκιές των άλλων’’. Είναι δική μας ευθύνη και απόφαση, και μένει να φανεί, ίσως και σύντομα, αν θα μας ‘‘γράψει’’ ή θα μας ‘‘ξεγράψει’’ η Ιστορία…….
ΧΡΗΣΤΟΣ ΓΚΟΥΓΚΟΥΡΕΛΑΣ
ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ
LLM IN INTERNATIONAL COMMERCIAL LAW
LLM IN EUROPEAN LAW
Cer. LSE in Business, International
Relations and the political science
*Στην εξίσωση Davutoglu περί της ισχύος μιας χώρας ‘‘Ι= (ΣΔ+ΔΔ) Χ (ΣΝ+ΣΣ+ΠΒ)’’: Το ‘‘Ι’’ = Ισχύς, το ‘‘ΣΔ’’= Σταθερά Δεδομένα, το ‘‘ΔΔ’’= Δυναμικά Δεδομένα, το ‘‘ΣΝ’’ = Στρατηγική Νοοτροπία, το ‘‘ΣΣ’’ = Στρατηγικός Σχεδιασμός και το ‘‘ΠΒ’’ = Πολιτική Βούληση.