«Νέος θα πει ν αλλάξεις τον κόσμο», έγραψε ο Νίκος Καζαντζάκης, αλλά πώς να γίνει αυτό, όταν οι νέοι έχουν απομακρυνθεί εμφανώς από τα πολιτικά δρώμενα;
Στις σπάνιες συζητήσεις των νέων για την πολιτική κυριαρχεί μια γενικευμένη απογοήτευση και μία ισοπεδωτική προσέγγιση, καθώς θεωρούν ότι όλοι οι πολιτικοί είναι ίδιοι, ανήθικοι, διεφθαρμένοι, προτάσσουν το προσωπικό τους συμφέρον και αδιαφορούν για την κοινωνία και τους ίδιους.
Και ναι, μέχρι ενός σημείου, η απογοήτευση αυτή είναι δικαιολογημένη.
Οι νέοι θέλουν να εργασθούν, να αποκτήσουν κάποια οικονομική άνεση, να ταξιδέψουν, να δημιουργήσουν οικογένεια, να ονειρευτούν. Αλλά πώς; Η Ελλάδα, μετά την Ισπανία, βρίσκεται στη δεύτερη θέση στην ανεργία των νέων στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Όσοι νέοι δεν έφυγαν στο εξωτερικό, αναζητώντας μία καλύτερη ζωή, σκέφτονται να μεταναστεύσουν τώρα. Όσοι πάλι επιμένουν να ζήσουν στην Ελλάδα, εάν είναι τυχεροί και βρουν εργασία, έρχονται αντιμέτωποι με έναν χαμηλό μισθό, ο οποίος κατ’ αρχήν δεν επαρκεί για να ζήσουν αξιοπρεπώς και έπειτα δεν ανταποκρίνεται στην παραγωγικότητα και τις ώρες εργασίες τους.
Παράλληλα, το κόστος στέγασης στη χώρα μας είναι δυσβάσταχτο για τους μισούς Έλληνες τουλάχιστον, πόσο μάλιστα για έναν νέο. Σύμφωνα με τα νέα στοιχεία της Eurostat, η χώρα μας καταγράφει άλλη μια θλιβερή, αρνητική πρωτιά στο κόστος στέγασης στην Ευρωζώνη. Σχεδόν 4 στους 10 Έλληνες ζουν σε νοικοκυριά με καθυστερήσεις στα στεγαστικά δάνεια, ενοίκια ή λογαριασμούς. Οι τιμές των κατοικιών ολοένα και αυξάνονται, ενώ τα ενοίκια έχουν εκτοξευτεί δυσανάλογα με τα εισοδήματά τους. Εάν προσθέσει κανείς στα παραπάνω την αύξηση του πληθωρισμού, την αύξηση των τιμών στα βασικά αγαθά, την αύξηση του κόστους ενέργειας και των στεγαστικών επιτοκίων αντιλαμβανόμαστε το αδιέξοδο, στο οποίο έχουν περιέλθει οι νέοι μας.
Επομένως, δικαιολογημένα, οι νέοι μας αισθάνονται φόβο, αδικία, αγωνία και ανασφάλεια για το μέλλον τους. Με τις συνθήκες, όμως, που επικρατούν είναι δύσκολο να τους πείσουμε να μείνουν στην Ελλάδα, πόσο μάλλον να πείσουμε τους νέους του εξωτερικού να επιστρέψουν. Οι νέοι μας, σήμερα, κινδυνεύουν να ζήσουν, αν δε ζουν ήδη, χειρότερα χρόνια απ τους γονείς τους κι αυτό είναι κάτι πρωτόγνωρο στην ιστορία μας.
Για τον λόγο αυτό και λαμβάνοντας ως δεδομένο ότι η νέα γενιά είναι η ελπίδα και το μέλλον μας, θα πρέπει να υπάρξει μια εθνική στρατηγική, που ν’ αφορά κατ’ αρχήν τους νέους που είναι εδώ και μετά τους νέους, που έχουν φύγει στο εξωτερικό και να τεθούν θέματα, όπως η ακρίβεια, η απασχόληση, η στέγαση, η αξιοκρατία.
Γι αυτό και το ΠΑΣΟΚ και ο Νίκος Ανδρουλάκης, έθεσε, από την πρώτη στιγμή, στη δημόσια ατζέντα, το ζήτημα της ουσιαστικής στήριξης της νέας γενιάς. Στο πρόγραμμά μας, πρώτη προτεραιότητά μας είναι οι νέοι. Οι νέοι θα πρέπει να βρίσκονται στην πρώτη γραμμή και να γίνουν η κινητήρια δύναμη μιας συνολικής εθνικής επανεκκίνησης. Θα πρέπει να τους εξασφαλίσουμε ποιοτικές θέσεις εργασίας με αξιοπρεπείς μισθούς, να τους δώσουμε τολμηρά κίνητρα για δουλειά στον ιδιωτικό τομέα, καθώς επίσης και δυνατότητα εργασίας, μέσω προγραμμάτων επιδότησης εργοδοτικών εισφορών για θέσεις πλήρους απασχόλησης. Ακόμη, θα πρέπει να τους προσφέρουμε αξιοπρεπείς αμοιβές στον δημόσιο τομέα με την παράλληλη ύπαρξη ενός αξιοκρατικού συστήματος. Παράλληλα, θα πρέπει να καταργήσουμε άμεσα τις διατάξεις του νόμου της ΝΔ, που οδηγεί στην εργοδοτική ασυδοσία και να επαναφέρουμε τις συλλογικές διαπραγματεύσεις. Επίσης, όσον αφορά το στεγαστικό πρόβλημα των νέων, πρώτοι εμείς θέσαμε στον δημόσιο διάλογο τα προγράμματα κοινωνικής κατοικίας. Μία πολιτική που θα μειώσει το κόστος ζωής, με τη δημιουργία μίας δεξαμενής κατοικιών, μέσω της κατασκευής νέων, αλλά και της παροχής κινήτρων ανακατασκευής και φορολογίας σε όσους εντάξουν τα ακίνητά τους, ώστε κατόπιν, αυτά να ενοικιάζονται σε χαμηλές τιμές στα νέα ζευγάρια. Γενικότερα, είναι χρέος μας να υιοθετήσουμε πολιτικές που θα δίνουν στη νέα γενιά τα απαραίτητα εφόδια για να ξεκινήσουν τη ζωή τους.
Σίγουρα, δεν είναι μόνο το κλίμα της εποχής και η αδιαφορία της πολιτείας για τους νέους που τους οδηγεί στην α-πολιτική συμπεριφορά, αλλά και μια σειρά άλλων παραγόντων. Εάν, όμως, οι νέοι μας αισθανθούν ότι ζουν σ ένα κράτος δικαίου, το οποίο θα τους παρέχει ασφάλεια, θα τους αντιμετωπίζει ισότιμα και θα τους υποστηρίζει στα βασικά τους προβλήματα, θ’ ανέβει και η νεανική συμμετοχή στην πολιτική και στα κοινά. Και αυτό είναι το ζητούμενο. Η ενεργή και γόνιμη συμμετοχή των νέων στα πολιτικά δρώμενα. Γιατί τελικά «νέος θα πει ν’ αλλάξεις τον κόσμο».
*Ο Κωνσταντίνος Κουτρούπας είναι Χειρουργός Ωτορινολαρυγγολόγος και
Υπ. Βουλευτής ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ στην Πιερία.