Έχω παρατηρήσει κάτι στον εαυτό μου που με κάνει να σκέφτομαι πως μόνο έτσι θα γίνω καλύτερη και θα εξελιχθώ: Παίρνω πολύ σοβαρά κάθε τι που μου λένε οι άλλοι. Και δεν εννοώ φυσικά μόνο προτάσεις που ξεστομίζουν αγαπημένα μου πρόσωπα, αλλά και σχόλια τρίτων που πιθανόν δε θα ξαναδώ ποτέ στη ζωή μου. Κι όμως, κάποιες λέξεις γυρνάνε στο μυαλό μου, με στιγματίζουν τόσο πολύ που προσπαθώντας να αποδείξω στον εαυτό μου κυρίως ότι δεν είναι έτσι τα πράγματα, βάζω τρικλοποδιά στις προσπάθειές μου, ώστε να μου κάνει ένας άλλος άνθρωπος την ίδια παρατήρηση για να αποδείξω σε εκείνον τον ένα ότι κάνει λάθος. Πως μία ταμπέλα που μου δόθηκε σε κάποια στιγμή της ζωής μου, ήρθε να καθορίσει τόσο σημαντικά όλη την υπόλοιπη συμπεριφορά μου; Πως είναι δυνατόν ο νέος τότε εαυτός μου να εγκλωβίστηκε σε μια ιδέα; Πόσο σημαντικές τελικά είναι οι λέξεις που χρησιμοποιούμε για τους άλλους ανθρώπους;
Θυμάμαι ότι μου είχαν πει «εσύ πρέπει να είσαι γκρινιάρα» πριν αρκετά χρόνια. Ακόμη θυμάμαι πόσο είχα δυσανασχετήσει μέσα μου, που για να αισθανθώ καλύτερα μπήκα να διαβάσω τα χαρακτηριστικά του ζωδίου μου, ώστε με θάρρος να απαντήσω ότι επουδενί γκρινιάρα δεν είμαι παρά μόνο μου αρέσει να γίνεται το δικό μου. Και μπράβο μου που έβαλα για τον εαυτό μου μία άλλη ταμπέλα, εξίσου προκλητική. Τι πραγματικά είμαι; Τι πραγματικά είμαστε;
Τα ρευστά μέρη της ταυτότητάς μας τροποποιούνται, προσαρμόζονται αναλόγως των περιστάσεων. Ως παιδιά ήμασταν πιο ανοιχτοί σε κάθε είδους νέα πληροφορία ή εμπειρία, πιο ανοιχτοί σε ευκαιρίες, λιγότερο αναλυτικοί σε απειλές. Εν αντιθέσει, οι ενήλικες εαυτοί μας φοβούνται, πληγώνονται και πληγώνουν, είναι προετοιμασμένοι για οτιδήποτε αρνητικό προκύψει. Κι αυτό είναι απόλυτα μεγαλειώδες, καθώς προστατεύουμε τον εαυτό μας από μια μελλοντική απειλή, από μια παρερμηνεία που γίνεται παρούσα αλήθεια.
Για όλους μας είναι δύσκολο να κρίνουμε ένα πρόβλημα όταν το βυθίζουμε, όταν είμαστε συναισθηματικά παρόντες σε μία κατάσταση που επαναλαμβάνεται. Πώς η κατάσταση αυτή μπορεί να μετατραπεί σε δίλημμα; Να μπορούμε να δούμε δηλαδή μία άλλη επιλογή που μέχρι πρότινος αποκοιμίζαμε; Απαιτείται απόσταση για να κρίνουμε τα πράγματα πιο λογικά, όπως εύστοχα έχει μείνει αυτή η συνθήκη ως «Το παράδοξο του Σολομώντα». Αποκτήστε απόσταση για να δείτε καθαρά, για να αναστοχαστείτε με σαφήνεια όσα σας φέρνουν σε μία δύσκολη θέση. Μία θολή οπτική είναι επίφοβη για λανθασμένες αποφάσεις. Οι υποκειμενικές παρορμήσεις σε προβλήματα που απαιτούν πιο ορθολογική ανάλυση έχουν αρνητική επιρροή. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα του άπιστου συντρόφου που κατ’ επανάληψη συγχωρείται κι αγαπιέται από τη σύντροφο, παρόλο που η ίδια το γνωρίζει και δεν το εγκρίνει, ενώ η συμβουλή σε μια φίλη της σε παρόμοια συνθήκη θα ήταν ένα μεγάλο «φύγε». Υπάρχει αυτό το μικρό κομμάτι στον εγκέφαλό μας που ονομάζεται αμυγδαλή και παίζει τον κύριο ρόλο στις συναισθηματικές μας αντιδράσεις.
Ο Τζόζεφ Λεντού, νευροψυχίατρος στο Νευροεπιστημονικό Κέντρο του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης, ήταν ο πρώτος που ανακάλυψε τον ουσιώδη ρόλο της αμυγδαλής στο συγκινησιακό εγκέφαλο. Η έρευνα του Λεντού εξήγησε πώς η αμυγδαλή μπορεί να πάρει τον έλεγχο των πράξεων μας, ακόμα κι αν ο σκεπτόμενος εγκέφαλος, ο νεοφλοιός, δεν έχει ακόμα καταλήξει σε μια απόφαση. Οι λειτουργίες της αμυγδαλής και η αλληλεπίδραση της με το νεοφλοιό βρίσκονται στην καρδιά της συναισθηματικής νοημοσύνης. Πρώτα αισθανόμαστε και ύστερα σκεπτόμαστε.
Άλλες έρευνες έδειξαν ότι, στα πρώτα λίγα χιλιοστά του δευτερολέπτου που περνούν μέχρι να αντιληφθούμε κάτι, όχι μόνο κατανοούμε ασυναίσθητα τι είναι, αλλά και αποφασίζουμε αν μας αρέσει ή όχι. Με άλλα λόγια, τα συναισθήματα μας έχουν το δικό τους μυαλό, ένα μυαλό που μπορεί να συγκρατήσει απόψεις εντελώς ανεξάρτητα από το λογικό εγκέφαλο.
Η αμυγδαλή λοιπόν φαίνεται να μας έφτασε με ασφάλεια στο σήμερα, όμως σε πολλές περιπτώσεις η αντίδρασή μας πριν καν σκεφτούμε, ή χωρίς τον έλεγχο του τι κάνουμε μας φέρνει πλέον σε δύσκολη θέση και οι συνέπειες μπορεί να είναι ακόμα και καταστροφικές.
Σήμερα, η αμυγδαλή μπορεί να οδηγήσει κάποιον με υψηλή νοημοσύνη να κάνει κάτι παράλογο ή πολύ βλακώδες. Ο σύγχρονος άνθρωπος είναι απαραίτητο να ελέγχει όσο το δυνατόν περισσότερο τις συναισθηματικές του αντιδράσεις, για να μπορεί να λειτουργεί αρμονικά στο χώρο της εργασίας του και στην κοινωνία μαζί με άλλους.
Για να πάρουμε μία απόφαση ή να μπορέσουμε να κρίνουμε μία επιλογή που έχουμε κάνει, μπορούμε να μιλήσουμε στον εαυτό μας σε τρίτο πρόσωπο, να φερθούμε σα να βλέπουμε τη φυσική μας παρουσία να κάθεται απέναντι στον καναπέ, σα να κουβεντιάζουμε μαζί της. «Τι να κάνει από τώρα και στο εξής (βάλτε το όνομά σας) αφού το παιδί της φέρθηκε με αγένεια στη δασκάλα; Πως θα το χειριστεί;». Καθίστε απέναντι, προσπαθήστε να βγείτε έξω από το συναισθηματικό νου και αντιμετωπίστε τη δυσκολία σας σα δυσκολία τρίτου προσώπου. Κι εκεί θα αποφύγετε τα έντονα συναισθήματα και θα έρθει μία καθαρή ματιά, ίσως λίγο περισσότερο αμερόληπτη.
Ενδιαφέρουσα είναι η έντονη παρουσία των συναισθημάτων ακόμη και για θέματα που αφορούν το κοινωνικό σύνολο. Υπάρχει η προδιάθεση να ενεργούμε λιγότερο λογικά ενόψει κοινωνικών προβλημάτων που μας αγγίζουν στενά. Φανταστείτε πόσες φορές μέσα στη μέρα μπορεί να υποστηρίξαμε κάποιον αδίκως, να επηρεαστήκαμε από μία είδηση ή να υποστηρίξαμε μία λανθασμένη αντίληψη μόνο και μόνο επειδή μας ξύπνησε ένα συναίσθημα. Πώς λοιπόν να πιστέψουμε ότι υπάρχει αντικειμενική αλήθεια όταν όλα είναι ταυτόχρονα τόσο υποκειμενικά;
Και ναι, κάποιες φορές είμαι γκρινιάρα, κάποιες δεν είμαι, μεγαλώνοντας όμως προσπαθώ να είμαι σε θέση να καταλάβω το γιατί. Κι αν ακούγαμε όλοι λίγο παραπάνω τον εσωτερικό μας εαυτό και τον φροντίζαμε, μπορεί να μην παρασυρόμασταν τόσο εύκολα από αρνητικά συναισθήματα, θα ξέραμε τι μας συνέβη και πώς μπορούμε να χειριστούμε την κατάσταση. Τότε σημασία δε θα έχει τι λένε οι άλλοι για εμάς, αλλά τι λέμε εμείς.
Μαριάννα Τριανταφύλλου
Ψυχολόγος – Ψυχοθεραπεύτρια
Οικογενειακή θεραπεύτρια
marianna.triadafyllou@gmail.com