BERLIN-ALERT – Γράφει ο Ιωάννης Χατζημπεάκης

Απόψεις

«Σκέφτομαι τα αισθήματα που έχω αναπτύξει για την πρώην Λαοκρατική Δημοκρατία της Γερμανίας.[…]Για να περιγράψω αυτά τα αισθήματα , πρέπει να φτιάξω μια λέξη με Λέγκο: τρόμο-ειδύλλιο. Τα αισθήματα μου είναι βουβά, αλλά δε θέλω να απαλλαγώ από αυτά. Το ειδύλλιο προέρχεται από το όνειρο για ένα καλύτερο κόσμο που θέλησαν να οικοδομήσουν οι Γερμανοί κομμουνιστές από τις στάχτες του ναζιστικού παρελθόντος τους: από τον καθένα ανάλογα με τις ικανότητές του, στο καθένα με τις ανάγκες του. Ο τρόμος προέρχεται από ό,τι έκαναν εν ονόματί του. Η Ανατολική Γερμανία εξαφανίστηκε, αλλά τα απομεινάρια της είναι ακόμη εδώ.»

                                                                                            Anna Funder       

Stasiland: Ιστορίες πίσω από το τείχος του  Βερολίνου. 

Πρόλογος

Μια χώρα που δεν υπάρχει πια. Ένα σύμβολο μιας ολόκληρης εποχής  βρίσκεται πλέον στις καλένδες της ιστοριογραφίας. Το αντιπροσωπευτικότερο δείγμα ενός συστήματος, πειράματος για άλλους, που κατέρρευσε σχεδόν μέσα σε μία νύχτα αφού είχε προ πολλού διολισθήσει σε μία σκληρή δικτατορία με συμπαγή ολοκληρωτικό χαρακτήρα. Το κράτος-σημαία του περίφημου Σιδηρούν Παραπετάσματος, η Γερμανία της Στάζι, της περίφημης μυστικής αστυνομίας της, με τον τεράστιο εσωτερικό σκιώδη στρατό που γνώριζε τα πάντα και τα αρχεία της που ξεπερνούν σε αριθμό το σύνολο των κειμένων που γράφτηκαν στη Γερμανία από την εποχή του Μεσαίωνα. Η Γερμανία των Trabant των δημοφιλών μικροσκοπικών αυτοκινήτων με το σκιώδη χρώμα τους. Η χώρα με τη χωρισμένη στα δύο πρωτεύουσα από το περίφημο Τείχος . Αυτό που ενέπνευσε πολλούς συγγραφείς βιβλίων και άλλους τόσους σεναριογράφους ταινιών…Η Ανατολική Γερμανία με το βάναυσο αποτύπωμα στην ιστορία της Ευρώπης, μία χώρα που κατεδίωξε τα παιδιά της και δοκίμασε ένα διαφορετικό μοντέλο ανάπτυξης με διαφορετική πολιτική, οικονομική και κοινωνική προσέγγιση. Παρακάτω θα κοιτάξουμε την ιστορική διαδρομή αυτού του μοντέλου προσπαθώντας να αποφύγουμε την υπερανάλυση και την υπεραπλούστευση, κρατώντας στο μέτρο του δυνατού μία ισορροπία εφόσον δεν είμαστε  οι πλέον ειδήμονες του πεδίου αυτού. Ας ρίξουμε, λοιπόν ,μία συνοπτική ματιά στην ιστορική διαδρομή της Λαοκρατικής Δημοκρατίας της Γερμανίας, μίας διαδρομής σύντομης αλλά με πολύ βαθύ ίχνος στην ιστορία γενικότερα.

Από τον αμοιβαίο φόβο στη διχοτόμηση και τον αποκλεισμό..

   Η Γερμανία η πλήρως ηττημένη χώρα στο ΒΠΠ προκάλεσε μια άνευ προηγουμένου καχυποψία, όσον αφορά το μέλλον της, μεταξύ των δύο μεγάλων νικητών του πολέμου  ΕΣΣΔ και ΗΠΑ. Η πρώτη φοβόταν την επανεμφάνιση του γερμανικού μιλιταρισμού στο πλευρό της Δύσης. Η δεύτερη ανησυχούσε πως η καθημαγμένη αυτή χώρα αν δεν ανέκαμπτε οικονομικά θα επηρέαζε τη συνολική ανάκαμψη της Ευρώπης και θα έπεφτε στα χέρια των Σοβιετικών. Εξάλλου οι μνήμες της Δύσης ήταν ακόμα νωπές από το 1920 όταν ο επιφανής οικονομολόγος John Maynard Keynes σχολιάζοντας τα αποτελέσματα της Συνθήκης των Βερσαλλιών δήλωνε πως χωρίς την οικονομική ανάκαμψη της Γερμανίας , η συνολική ευρωπαϊκή οικονομική ταυτότητα θα αποκτούσε καχεκτικό χαρακτήρα  με καταστροφικά πολιτικά αποτελέσματα. Η  πρόβλεψη αυτή αποδείχτηκε οδυνηρά σωστή. Στο σημείο αυτό μπορούμε να διακρίνουμε τον ενδόμυχο φόβο, υπαρξιακό θα λέγαμε, των δύο υπερδυνάμεων όσον αφορά τη σχέση τους με τη Γερμανία. Οι Σοβιετικοί απεύχονταν να δούνε μία ισχυρή Γερμανία στο πλευρό της Δύσης κάτι το οποίο απειλούσε άμεσα την ασφάλειά τους. Οι Δυτικοί από τη πλευρά τους έβλεπαν τις χώρες τους υπό άμεση απειλή εάν η γερμανική οικονομία δεν ανέκαμπτε με σκοπό να λειτουργήσει ως ανάχωμα στην ΕΣΣΔ. Ήταν τόσο ισχυρή η οικονομική δυνατότητα της Γερμανίας ώστε αν η χώρα αυτή εντάσσονταν σε ένα από τους δύο συνασπισμούς θα τον ισχυροποιούσε σε πολύ μεγάλο βαθμό και έτσι κανείς από τους δύο δεν ήθελε να ελέγξει ο άλλος τη κρίσιμη περιοχή αυτή. Το συμπέρασμα αυτό οδηγεί τελικά στην εύρεση μίας σολομώντειας λύσης η οποία περιλαμβάνει διχοτόμηση της Γερμανίας σε Ανατολική και Δυτική το 1948-49.

Ένα παράδοξο γεγονός το οποίο συνέβαλλε και διευκόλυνε το δρόμο της διχοτόμησης , ήταν η μη σύναψη ξεχωριστής συνθήκης ειρήνης μεταξύ της Γερμανίας και των Συμμάχων, μετά το 1945, όπως είχαν συνομολογηθεί  αντίστοιχες συνθήκες ειρήνης με τις ευρωπαϊκές χώρες του Άξονα. Αντ’ αυτού, για τη συνθήκη αυτή και γενικότερα για το μέλλον της Γερμανίας, συγκαλούνταν ενίοτε τα Συμβούλια Υπουργών Εξωτερικών (CMFs)  των τεσσάρων νικητών του πολέμου ( ΗΠΑ, ΕΣΣΔ, Βρετανίας και Γαλλίας ) οι εργασίες των οποίων σταδιακά προσέκρουαν στην ολοένα αναπτυσσόμενη αμοιβαία δυσπιστία και καχυποψία των Σοβιετικών και των δυτικών δυνάμεων.

Ο χωρισμός, τελικά, της Γερμανίας σε τέσσερις  ζώνες στρατιωτικής κατοχής  την οποία επέβαλλαν οι νικητές του πολέμου και ο υποτιθέμενος συντονισμός της πολιτικής τους μέσω του Συμμαχικού Συμβουλίου Ελέγχου διεύρυναν το χάσμα μεταξύ τους και επέτειναν τη διχοτόμηση. Ακόμα και το Βερολίνο, η παλαιά πρωτεύουσα της Γερμανίας η οποία βρισκόταν βαθιά στη σοβιετική ζώνη κατοχής, χωρίστηκε και αυτή σε τέσσερις ζώνες με τις δυτικές να αποτελούν ένα θύλακα μέσα σε περιοχή ελεγχόμενη από του Σοβιετικούς. Η γεωγραφική αυτή ιδιορρυθμία έμελλε να αποτελέσει την αφορμή για μία από τις χειρότερες κρίσεις του Ψυχρού Πολέμου. Εδώ θα μπορούσαμε να αναφέρουμε και το εξής περίεργο ως προς αυτούς που ήθελαν να ταξιδέψουν από τον ανατολικό στο δυτικό τομέα, μέσω Βερολίνου, πως η διαδρομή  αυτή περνούσε μέσα από  τρία διαφορετικά συνοριακά σημεία ελέγχου.

Αμέσως μετά τη διάσκεψη του Πότσδαμ ,τον Αύγουστο του 1945 ,η Γαλλία μέσω του Ντε Γκωλ εξέφρασε την καχυποψία της διότι έχοντας υποστεί τρείς γερμανικές εισβολές από το 1870, δεν ήθελε την επανεμφάνιση της χώρας αυτής ως μείζονα παράγοντα στο διεθνές σύστημα. Παράλληλα, οι Σοβιετικοί έχοντας υποστεί τεράστιες θυσίες σε ανθρώπους και υλικό από τη γερμανική εισβολή, προχωρούν σε μία αφαίμαξη του υλικού πλούτου της δικής τους ζώνης κατοχής. Το 1946 οι δυτικές δυνάμεις δεν δέχτηκαν την υπαγωγή της βιομηχανικής περιοχής του Ρουρ σε κοινό , με τους Σοβιετικούς , τετραμερή έλεγχο. Οι Αμερικανοί και οι Βρεττανοί πίστευαν, όπως είχαμε πει ,πως η Δυτική Ευρώπη δεν μπορούσε να ανασυγκροτηθεί οικονομικά χωρίς την ανάκαμψη της Γερμανίας και έτσι στις αρχές του 1947 προχωρούν σε ένα είδος οικονομικής  ενοποίησης των δικών τους ζωνών επιρροής δημιουργώντας έτσι  το έμβρυο της κατοπινής Δυτικής Γερμανίας.

Σε αυτό το χρονικό σημείο φαίνεται καθαρά η εκ διαμέτρου αντίθετη εξέλιξη των ζωνών επιρροής με την υιοθέτηση διαφορετικών οικονομικών και πολιτικών συστημάτων από τους Δυτικούς και τους Σοβιετικούς με τις πολιτικές εξελίξεις, οι οποίες παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον ,να διαμορφώνουν το πλαίσιο. Οι Σοβιετικοί εκβιάζουν την ενοποίηση του κομμουνιστικού κόμματος με το αντίστοιχο σοσιαλδημοκρατικό ,δημιουργώντας το Σοσιαλιστικό Ενωτικό Κόμμα, πράξη η οποία προκάλεσε την εχθρική αντίδραση των, ήδη δύσπιστων προς τη Μόσχα , δυτικών σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων (SPD). Παράλληλα στις δυτικές ζώνες κατοχής διενεργούνται εκλογές σε τοπικό επίπεδο με την ανάδειξη τοπικών κοινοβουλίων στα νέα διοικητικά διαμερίσματα, τα οποία θα γίνονταν αργότερα τα ομόσπονδα κράτη της Δυτικής Γερμανίας, τα γνωστά Lander. Οι εκλογές αυτές χαρακτηρίζονται από την αδυναμία του κομμουνιστικού κόμματος να διεκδικήσει την εξουσία, με την έλλειψη λαϊκών ερεισμάτων στις δυτικές ζώνες κατοχής. Έτσι λοιπόν η αποτυχία της Μόσχας να συστήσει ένα ισχυρό πολιτικό οργανισμό στη Γερμανία, η εμφανής δυσπιστία της γερμανικής σοσιαλδημοκρατίας προς την ΕΣΣΔ και η αδυναμία των Γερμανών κομμουνιστών να αναδειχθούν σε πλειοψηφικό πολιτικό ρεύμα, απογοητεύουν τους Σοβιετικούς οι οποίοι αδυνατούν να δημιουργήσουν φιλικές δυνάμεις στη Γερμανία και παράλληλα προσπαθούν για την αποτροπή της ένταξης της στο δυτικό άρμα επιρροής. Γι’ αυτό το λόγο θεωρούν καλύτερο να διατηρήσουν το πλήρη έλεγχο της δικιάς τους ζώνης κατοχής με αποτέλεσμα, έως το 1947 να έχουν ξεκινήσει να  αναπτύσσονται  οι ζώνες κατοχής με διαφορετικό οικονομικό και πολιτικό προσανατολισμό, προς το καπιταλιστικό σύστημα οι ζώνες των Δυτικών ,προς τη κεντρικά κατευθυνόμενη οικονομία η ανατολική.

Την άνοιξη του 1948 αμοιβαίες ενέργειες και από τις δύο αντιμαχόμενες πλέον πλευρές όπως η δημιουργία της Κομινφόρμ και το κομμουνιστικό πραξικόπημα στη Τσεχοσλοβακία από  πλευράς Σοβιετικών προκαλούν το φόβο της Δύσης ,ενώ από την άλλη το σχέδιο Μάρσαλ, η αρχική θετική αντίδραση σε αυτό από τις ανατολικοευρωπαϊκές χώρες και η προοπτική της οικονομικής ανάκαμψης της Δυτικής Γερμανίας ανησυχούν σοβαρά την ΕΣΣΔ. Τον Ιούνιο του 1948 οι δυτικές δυνάμεις προσπαθώντας να αντιμετωπίσουν μείζονα προβλήματα όσον αφορά τη διοίκηση των γερμανικών εδαφών, όπως νομισματικό χάος και εκτεταμένη μαύρη αγορά, ανακοίνωσαν την ενοποίηση των δυτικών ζωνών κατοχής και τη δημιουργία ενός νέου δυτικογερμανικού μάρκου. Η παραπάνω κίνηση αποτελεί τον πρόδρομο της σύστασης ενός δυτικογερμανικού κράτους, εξέλιξη που ο ίδιος ο Στάλιν επεδίωξε να αποτρέψει. Χωρίς να έχει αποσαφηνίσει τα κίνητρά της, η Μόσχα χρησιμοποιεί την γεωγραφική και πολιτική ιδιομορφία της γερμανικής πρωτεύουσας με σκοπό να πετύχει ένα σημαντικό και αναίμακτο πλήγμα στις δυτικές δυνάμεις με την ταυτόχρονη αποτροπή της εμφάνισης μίας ισχυρής δυτικογερμανικής οντότητας, σύμμαχης προς τη Δύση.

Όπως είχαμε αναφέρει το Βερολίνο βρισκόταν βαθιά μέσα στη Σοβιετική ζώνη κατοχής  με τους Σοβιετικούς να θέτουν είδη εμπόδια  στις σιδηροδρομικές προσβάσεις της πόλης από την άνοιξη του 1948. Στα τέλη Ιουνίου προχωρούν στη πλήρη διακοπή κάθε σιδηροδρομικής και οδικής επικοινωνίας της πόλης ελπίζοντας πως η αδυναμία ανεφοδιασμού των δυτικών ζωνών κατοχής της γερμανικής πρωτεύουσας θα ανάγκαζε ΗΠΑ, Βρετανία και Γαλλία να την εγκαταλείψουν. Αν τελικά το εγχείρημα αυτό πετύχαινε το στόχο του ο αντίκτυπος κυρίως από ψυχολογικής άποψης θα ήταν πολύ σημαντικός. Οι Δυτικοί θα αναγκάζονταν να εγκαταλείψουν ένα από τα πιο σημαντικά σύμβολα της νίκης, τη πρωτεύουσα του εχθρού, χωρίς να υπάρχει η δυνατότητα στρατιωτικής αντίδρασης εκ μέρους τους, τη στιγμή που η προσπάθεια ανοικοδόμησης της Δυτικής Ευρώπης βρίσκονταν σε εξέλιξη.

Ο αποκλεισμός του Βερολίνου υπήρξε από τις σοβαρότερες κρίσεις του Ψυχρού Πολέμου στα πρώτα στάδια του. Η Δύση δεν ενέδωσε στη πίεση των Σοβιετικών έχοντας υπόψιν τη λήψη μέτρων τα οποία προέβλεπαν τον ανεφοδιασμό της πόλης με στρατιωτικές φάλαγγες, σύμφωνα με τον Αμερικανό διοικητή στη Γερμανία  στρατηγό Κλέυ κάτι το οποίο σήμαινε εισβολή στη Σοβιετική ζώνη κατοχής με την άμεση πρόκληση πολέμου και μάλιστα παγκοσμίου. Τα σχέδια αυτά  έμειναν στο στάδιο της συζήτησης με την αντίδραση της Δύσης αφενός μεν  να μην εμπεριέχει ,τελικά, λήψη μέτρων ένοπλης βίας, αφετέρου δε να μην υστερεί σε αποφασιστικότητα. Έτσι οργανώνεται από τους Δυτικούς η δημιουργία μιας αερογέφυρας ανεφοδιασμού του δυτικού τομέα της γερμανικής πρωτεύουσας με τη χρησιμοποίηση κυρίως αμερικανικών αεροσκαφών. Ήταν η πρώτη φορά που μία βιομηχανική μεγαλούπολη ανεφοδιαζόταν αποκλειστικά από τον αέρα. Η επιχείρηση αυτή προκάλεσε ένταση  διεθνών διαστάσεων με τους Αμερικανούς να αποστέλλουν στη Βρετανία μοίρες βομβαρδιστικών αεροσκαφών τα οποία υποθετικά ήταν ικανά για τη πρόκληση πυρηνικού πλήγματος με σκοπό να ωθήσουν τους Σοβιετικούς στη λήξη του αποκλεισμού. Ο πυρηνικός αυτός εκβιασμός απέτυχε λόγω της διείσδυσης Σοβιετικών πρακτόρων στα ανώτατα κλιμάκια της Βρετανικής διοίκησης οι οποίοι είχαν φροντίσει να ενημερώσουν τους προϊσταμένους τους πως τα αμερικανικά αεροσκάφη που στάθμευαν στη Βρετανία δεν είχαν τη δυνατότητα να φέρουν ατομικά όπλα. Σε κάθε περίπτωση η αερογέφυρα πέτυχε το σκοπό  της εφοδιάζοντας επαρκώς επί ένα χρόνο τη πόλη και έτσι οι Δυτικές χώρες διατήρησαν τη θέση τους στο Βερολίνο. Το Μάϊο του 1949, οι Σοβιετικοί αποδεχόμενοι την αποτυχία του εγχειρήματός τους άνοιξαν τις σιδηροδρομικές και τις οδικές προσβάσεις  της πόλης δίνοντας τέλος στον αποκλεισμό της γερμανικής πρωτεύουσας.

(Συνεχίζεται)