Με επιμνημόσυνη δέηση από τον Εφημέριο του Ιερού Ναού Αγίου Χαραλάμπους, π. Κυριάκο Κοκελίδη και κατάθεση στεφάνων από εκπροσώπους αρχών, φορέων, συλλόγων, καθώς και από συγγενείς των θυμάτων στο μνημείο πεσόντων στον Σιδηροδρομικό Σταθμό (Οδός Διγενή Ακρίτα), τιμήθηκε σήμερα το πρωί, η επέτειος της ομαδικής εκτέλεσης από τους Γερμανούς 40 Ελλήνων πατριωτών, με πρώτο τον αείμνηστο Δήμαρχο Κατερίνης, Αιμίλιο Ξανθόπουλο, το Φεβρουάριο του 1943.
Στην εκδήλωση, που διοργάνωσε ο Δήμος Κατερίνης, στεφάνι κατέθεσαν: η Υφυπουργός Ανάπτυξης, Άννα Μάνη Παπαδημητρίου (ως εκπρόσωπος της κυβέρνησης), ο Βουλευτής Πιερίας, Κομνηνός Δελβερούδης ως εκπρόσωπος της Βουλής των Ελλήνων, εκ μέρους του Δημάρχου Κατερίνης, Ι.Ντούμου – ο Αντιδήμαρχος, Ανέστης Μυστρίδης, εκ μέρους της Περιφερειακής Ενότητας Πιερίας, ο Περιφ. Σύμβουλος, Τομεάρχης Επιστημονικών Φορέων Κ. Μακεδονίας, Αθανάσιος Λιακόπουλος, καθώς και εκπρόσωποι: του Δήμου Ελασσόνας αναπλ. Δημάρχου, Δημήτριος Καρανίκας & της Δημοτικής Κοινότητας Λιβαδίου Ελασσόνας πρόεδρος, Κων/νος Ψαλίδας.
Επιπλέον, η πρόεδρος της Δημοτικής Κοινότητας Κατερίνης, Ελευθερία Κορίτσα, ο πρόεδρος της Τοπικής Κοινότητας Αγίου Δημητρίου, Ευάγγελος Κουκοδήμος – Χρήστου, εκπρόσωποι: της 24ης Τεθωρακισμένης Ταξιαρχίας, της Διεύθυνσης Αστυνομίας Πιερίας, της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας, της Λιμενικής Αρχής Σκάλας Κατερίνης κ.α. εκπρόσωποι των τοπικών φορέων και πολιτιστικών συλλόγων («Δίας» – Αγίου Δημητρίου, Αη – Δημητρινών Κατερίνης & Θεσσαλονίκης, Λιβαδιωτών Κατερίνης «Γεωργάκης Ολύμπιος», Πολιτιστικού Συλλόγου Σιδ.Σταθμού, Ποντιακού Συλλόγου «Παναγία Σουμελά», Κρητών Ν.Πιερίας «ΟΙ ΣΤΑΥΡΑΕΤΟΙ»). Επίσης, της Πανελλήνιας Ένωσης Αγωνιστών Εθνικής Αντίστασης Δ.Σ.Ε., συγγενείς και φίλοι των θυμάτων.
Τέλος, παρέστησαν εκπρόσωποι των Βουλευτών Πιερίας: Ξενοφ. Μπραλιάκου, Σπ. Κουλκουδίνα,ο πρόεδρος του δημοτικού συμβουλίου Κατερίνης, Χαράλαμπος Χρ. Μπρουσκέλης, αντιδήμαρχοι, δημοτικοί και τοπικοί σύμβουλοι του Δήμου Κατερίνης κ.α.
Η ΟΜΙΛΙΑ – ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
Ομιλία – αναφορά στο ιστορικό της ημέρας εκφώνησε ο Νικόλαος Ναχόπουλος, Διδάκτωρ Τοπικής Ιστορίας, Διευθυντής του 2ου Δημοτικού Σχολείου Κατερίνης, ο οποίος παρέθεσε συνοπτικά τα ιστορικά γεγονότα, ενώ μεταξύ άλλων τόνισε: «[…]Η θυσία των Αη-Δημητρινών, των Λιβαδιωτών και του δημάρχου Αιμίλιου Ξανθόπουλου δεν πήγε χαμένη. Η θυσία τους χαράχτηκε ανεξίτηλα στη μνήμη μας και ανυψώθηκε στη σφαίρα του ηρωισμού και των ιδανικών. Απόκτησαν την αθανασία, το σεβασμό και την ευγνωμοσύνη μας. Το μήνυμα της θυσίας τους δεν το ξεθώριασε ο χρόνος. Αποτελεί προσταγή πάνω απ’ όλα για ενότητα των Ελλήνων, φιλοπατρία και συναδέλφωση με όσους λαούς αγωνίζονται για την ειρηνική συνύπαρξη, την πρόοδο και την προκοπή της ανθρωπότητας […] Το έθνος ολόκληρο υποκλίνεται στη θυσία τους. Ας είναι αιωνία η μνήμη τους![…]»
Η εκδήλωση ολοκληρώθηκε με εκφώνηση των ονομάτων των θυμάτων, ενός λεπτού σιγή και ανάκρουση του Εθνικού ύμνου.
Στη μνήμη των 40 εκτελεσθέντων Ελλήνων από τους Γερμανούς στο Σιδηροδρομικό Σταθμό Κατερίνης στις 23 Φεβρουαρίου 1943
Είναι φορές που ο νους του ανθρώπου αδυνατεί ή μάλλον αρνείται να κατανοήσει και πολύ περισσότερο να δεχθεί κάποιες πράξεις ορισμένων, που και εκείνοι θα ήθελαν να λέγονται άνθρωποι.
Μια τέτοια πράξη είναι η παράνομη και άνανδρη εκτέλεση των συμπατριωτών μας, τους οποίους θυμόμαστε και τιμούμε σήμερα.
Στις 23 Φεβρουαρίου του 1943 εκτελέσθηκαν από τους Γερμανούς κατακτητές λίγο πιο πέρα από το σημείο που βρισκόμαστε σήμερα 40 συμπατριώτες μας, καταγόμενοι στην πλειοψηφία τους από τον Άγιο Δημήτριο, αλλά και ορισμένοι από το Λιβάδι. Ανάμεσά τους ήταν και ο Αιμίλιος Ξανθόπουλος, δήμαρχος Κατερίνης κατά την περίοδο 1933 – 1937. Η εκτέλεση αυτή έγινε ως αντίποινα των Γερμανών για την ανατίναξη – από αντάρτες του ΕΛΑΣ – του μεταλλείου χρωμίου, το οποίο βρισκόταν στην περιοχή του Αγίου Δημητρίου.
Θα προσπαθήσω να αποτυπώσω τα γεγονότα εκείνων των ημερών με συναίσθηση της ιστορικής ευθύνης προς τα άτομα τα οποία θυσίασαν τη ζωή τους. Επίσης, με αίσθημα σεβασμού κι ευγνωμοσύνης προς όσους και όσες βίωσαν τα δραματικά εκείνα γεγονότα και βρίσκονται σήμερα εδώ, ανάμεσά μας, αλλά και με ιδιαίτερη προσοχή προς τους νεότερους, οι οποίοι πρέπει να γνωρίζουν τα όσα συνέβησαν για να μάθουν την αλήθεια, να κατανοήσουν την ιστορία και να εκτιμήσουν την αξία του υπέρτατου αγαθού της ελευθερίας, η οποία ποτέ και για κανέναν λαό, δεν υπήρξε δεδομένη κι αυτονόητη.
Ας δούμε λοιπόν τα γεγονότα όπως εξελίχθηκαν και διασώθηκαν στα ιστορικά αρχεία, αλλά και στη θύμηση όσων τα έζησαν.
Στην περιοχή του Αγίου Δημητρίου στη θέση «Μπάρα» λειτουργούσε ορυχείο χρωμίου, ορυκτό στοιχείο απαραίτητο για την παραγωγή ανοξείδωτου χάλυβα και πολύ χρήσιμο στην παραγωγή όπλων. Όταν οι Γερμανοί κατέκτησαν τη χώρα μας το 1941 γνώριζαν ήδη την ύπαρξη και λειτουργία του συγκεκριμένου ορυχείου το οποίο επέταξαν και έστελναν το χρώμιο στη Γερμανία για να εφοδιάζουν και να ενισχύουν την πολεμική της βιομηχανία.
Το Δεκέμβριο του 1942 στην Αθήνα, σε Πανελλαδική Συνδιάσκεψη του ΚΚΕ αποφασίστηκε η καταστροφή του ορυχείου, ώστε να σταματήσει η λεηλασία του ορυκτού πλούτου της χώρας και να στερηθούν τα κατοχικά στρατεύματα το χρώμιο.
Έτσι, στις αρχές του 1943, αντάρτικες ομάδες εμφανίσθηκαν στην ευρύτερη περιοχή με σκοπό όπως ειπώθηκε, να ανατινάξουν το ορυχείο.
Τη νύχτα 18 προς 19 Φεβρουαρίου του 1943 αντάρτες του ΕΛΑΣ Θεσσαλίας επιτέθηκαν στο μεταλλείο και το κατέστρεψαν. Ανατίναξαν το μηχανοστάσιο, έβαλαν φωτιά στις αποθήκες και φεύγοντας πήραν μαζί τους ως αιχμαλώτους τους δύο και μοναδικούς Γερμανούς που επέβλεπαν τη λειτουργία του. Οι εργάτες που δούλευαν εκείνη την περίοδο στο ορυχείο χωρίς αμοιβή ήταν Αιδημητρινοί, αλλά και 34 εβραίοι τους οποίους είχαν μεταφέρει οι Γερμανοί από την Θεσσαλονίκη.
Από την έκθεση της γερμανικής Μυστικής Στρατιωτικής Υπηρεσίας, που συντάχθηκε λίγες μέρες μετά την επίθεση, αντλούμε τις εξής πληροφορίες. Οι αντάρτες που επιτέθηκαν στο ορυχείο πρέπει να ήταν τριάντα με πενήντα άντρες. Αφού αιφνιδίασαν και εξουδετέρωσαν τους τέσσερεις Έλληνες χωροφύλακες που είχαν επιφορτιστεί με τη φύλαξη του μεταλλείου, συνέλαβαν τους δύο Γερμανούς και στη συνέχεια, όπως είπαμε, προχώρησαν στην καταστροφή των εγκαταστάσεων του μεταλλίου. Προξένησαν φθορές στις μηχανές, σκόρπισαν τις πρώτες ύλες, αφαίρεσαν ποσότητες εκρηκτικών, λεηλάτησαν τα καταλύματα των Γερμανών, και στο τέλος έβαλαν φωτιά, με αποτέλεσμα να καταστραφούν ολοκληρωτικά οι εγκαταστάσεις του μεταλλείου. Από την καταστροφή διασώθηκε μόνο ο εξοπλισμός που υπήρχε στις στοές, καθώς και τα καταλύματα των εργατών.
Την επίθεση πληροφορήθηκε τηλεφωνικώς την ίδια μέρα η γερμανική διοίκηση της Θεσσαλονίκης και αμέσως αποφάσισε να επιβάλει αντίποινα, για την καταστροφή του ορυχείου, αλλά και να προβεί σε ενέργειες για την απελευθέρωση των δυο Γερμανών ομήρων.
Έτσι, την επόμενη ημέρα στις 20 Φεβρουαρίου, ένας λόχος Γερμανών στρατιωτών φτάνει σιδηροδρομικώς από τη Θεσσαλονίκη στην Κατερίνη και από εκεί μεταβαίνει στον Άγιο Δημήτριο, με αποκλειστικό σκοπό να συλλάβει ομήρους από το χωριό, ώστε να εξαναγκαστούν οι αντάρτες να απελευθερώσουν τους δύο απαχθέντες Γερμανούς. Έγινε προσπάθεια να κρατηθεί μυστική η επιχείρηση ώστε οι Γερμανοί να συλλάβουν όσο το δυνατόν περισσότερους αιχμαλώτους από την περιοχή. Δηλαδή, για μια ακόμη φορά, τα γερμανικά αντίποινα στρέφονται εναντίον ενός γειτονικού με το τόπο του συμβάντος χωριού, όπως άλλωστε συνέβη σε πολλές ανάλογες περιπτώσεις.
Πολλοί Αηδημητρινοί φοβούμενοι αντίποινα των Γερμανών έφυγαν από το χωριό και κρύφτηκαν μέσα στο δάσος, σε καλύβες. Στο χωριό παρέμειναν οι ηλικιωμένοι και κάποιοι που δεν πίστευαν ότι οι Γερμανοί θα προέβαιναν σε αντίποινα. Για τη φύλαξη όμως του χωριού και όσων απέμειναν, συγκροτήθηκε μια ομάδα είκοσι περίπου ατόμων και έστησαν δύο παρατηρητήρια στις δυο άκρες του χωριού.
Τη νύχτα της 21ης Φεβρουαρίου, ημέρα Κυριακή, ο Γερμανικός λόχος που είχε φτάσει από τη Θεσσαλονίκη, κατευθύνθηκε προς στον Άγιο Δημήτριο. Καθώς πλησίαζαν οι Γερμανοί στο χωριό, παρά τις προφυλάξεις με τις οποίες κινούνταν, έγιναν αντιληπτοί από το παρατηρητήριο του Αη-Θανάση. Οι άνθρωποι που ήταν στο παρατηρητήριο έριξαν πυροβολισμούς εναντίον τους, χωρίς όμως να απαντήσουν οι Γερμανοί, προφανώς για να μην προδώσουν τις θέσεις τους. Το γεγονός αυτό έδωσε την ευκαιρία σε ορισμένους ακόμη κατοίκους του χωριού που είχαν παραμείνει στα σπίτι τους, να προλάβουν να φύγουν.
Μόλις ξημέρωσε, οι Γερμανοί προχώρησαν προς το παρατηρητήριο, που ήταν στον Αη-Θανάση, αναγκάζοντας τους αντάρτες να αποσυρθούν στη θέση «Πουρνάρια». Οι Γερμανοί έστησαν πολυβόλα εκεί πάνω στο ύψωμα και γάζωσαν με ριπές το χωριό. Στη συνέχεια μπήκαν στο χωριό και συγκέντρωσαν στην πλατεία όσους κατοίκους βρήκαν. Αμέσως με τη σύλληψη των ομήρων, δόθηκε διαταγή στον πρόεδρο του Αγίου Δημητρίου Δημητράκη Τσαλό να συναντήσει τους αντάρτες και να τους μεταφέρει το γερμανικό τελεσίγραφο, σύμφωνα με το οποίο καλούνταν οι αντάρτες να παραδώσουν τους δυο Γερμανούς ομήρους μέχρι τις 12 το μεσημέρι της 23ης Φεβρουαρίου. Σε διαφορετική περίπτωση οι Έλληνες όμηροι θα εκτελούνταν.
Το απόγευμα της Κυριακής 21 του μηνός, οι Γερμανοί επιβίβασαν τους συλληφθέντες σε καμιόνια και ξεκίνησε η φάλαγγα για την Κατερίνη. Στο δρόμο συνάντησαν πέντε Λιβαδιώτες, οι οποίοι επέστρεφαν στο χωριό τους και τους συνέλαβαν.
Στο μεταξύ, οι αντάρτες που ειδοποιήθηκαν για την επιχείρηση μεταφοράς των συλληφθέντων, έστησαν ενέδρα στη θέση Χλιαριά χωρίς όμως να επιτύχουν το σκοπό τους. Πάνω στο επεισόδιο που δημιουργήθηκε κατάφερε να δραπετεύσει ένας από τους ομήρους, εβραίος, ονόματι Τζάκο.
Οι Γερμανοί μόλις έφτασαν στην Κατερίνη έκλεισαν τους ομήρους αρχικά στο κτήριο του σημερινού 5ου Γυμνασίου (στο παλιό Γυμνάσιο) και στη συνέχεα τους οδήγησαν στον Σιδηροδρομικό Σταθμό και τους έκλεισαν σε ένα βαγόνι για μεγαλύτερη ασφάλεια.
Τη Δευτέρα το πρωί, 22 Φεβρουαρίου, ένα γερμανικό αυτοκίνητο ανέβηκε στον Άγιο Δημήτριο με σκοπό να παραλάβει τους δυο Γερμανούς αιχμαλώτους σε περίπτωση που τους είχαν απελευθερώσει οι αντάρτες. Την ίδια μέρα αντιπροσωπεία τεσσάρων κατοίκων του Αγίου Δημητρίου, συγγενείς των ομήρων, πήγε στο Πύθιο, όπου και συνάντησε τους αντάρτες και τους ζήτησε να ελευθερώσουν τους δυο Γερμανούς, χωρίς όμως να γίνει δεκτό το αίτημά τους.
Την Τρίτη το πρωί, 23 Φεβρουαρίου, οι Γερμανοί προέβησαν σε μια ακόμη σύλληψη. Συνέλαβαν και φυλάκισαν μαζί με τους υπόλοιπους ομήρους τον Αιμίλιο Ξανθόπουλο, δήμαρχο Κατερίνης κατά την περίοδο 1933-1937, ο όποιος ήταν επιμελητής τροφοδοσίας των εργατών του μεταλλείου, με την κατηγορία ότι εφοδίαζε παράλληλα και τους αντάρτες του ΕΛΑΣ.
Με τη λήξη του γερμανικού τελεσιγράφου, την Τρίτη το μεσημέρι, και αφού δεν είχε επιστρέψει το αυτοκίνητο με τους δυο Γερμανούς ομήρους, οι Γερμανοί προχώρησαν στην υλοποίηση της απόφασής τους, εκτελώντας 40 Έλληνες ομήρους, 20 για κάθε Γερμανό!
Μετά την εκτέλεση των Ελλήνων εκτελέστηκαν από τους αντάρτες και οι δυο Γερμανοί.
Κυρίες και κύριοι
Μέχρι τώρα προσπάθησα να μιλήσω χωρίς συναίσθημα, παραθέτοντας απλά τα ιστορικά γεγονότα πιστεύοντας τάχα ότι με αυτόν τον τρόπο θα καταφέρω να σταθώ αντικειμενικά απέναντι στην ιστορία. Αλλά όμως απέναντί μου δεν έχω μόνο την ιστορία. Σήμερα εδώ απέναντί μου έχω κάποιους ανθρώπους που έζησαν τα γεγονότα, ανθρώπους που έπαθαν, που πόνεσαν, που πένθησαν, ανθρώπους που είδαν τη ζωή τους να γκρεμίζεται από τη μια στιγμή στην άλλη. Απέναντί μου έχω συγγενείς και απογόνους των ανθρώπων που εκτελέστηκαν από τους Γερμανούς άδικα, χωρίς να φταίξουν σε κάτι και το κυριότερο χωρίς να καταλάβουν και αυτοί το γιατί.
Αλήθεια, εμείς άραγε ξέρουμε το γιατί;
Γιατί εκτελέστηκαν οι 40 συμπολίτες μας; Γιατί εκτελέστηκαν χιλιάδες Έλληνες σε εκατοντάδες παρόμοιες εκτελέσεις που έγιναν σε ολόκληρη την Ελλάδα την περίοδο της Κατοχής; Γιατί εκτελέστηκαν χιλιάδες αθώοι άνθρωποι; Μήπως γιατί έπραξαν το αυτονόητο; Μήπως γιατι υπερασπίστηκαν την πατρίδα τους; Επειδή υπήρξαν πατριώτες και αρνήθηκαν τη συνεργασία με τους κατακτητές; Τους κατακτητές που ήρθαν με το θράσος του δυνατού να επιβάλουν τα επεκτατικά τους σχέδια, χωρίς να ανέχονται και να συγχωρούν οποιονδήποτε υπερασπιζόταν το αυτονόητο, δηλαδή την ελευθερία της πατρίδας του και την εθνική αξιοπρέπεια;
Τι κρυβόταν άραγε πίσω από τα σχέδια των Γερμανών. Ήταν μόνο η παράνοια ενός εγκληματία που βάλθηκε να κατακτήσει ολόκληρο τον κόσμο με οποιοδήποτε τίμημα; Μπορούμε να αρκεστούμε σε μια τέτοια απλοϊκή και εφησυχαστική εξήγηση; Αν πιστεύαμε μια τόσο επιφανειακή αιτιολογία θα αδικούσαμε τη σκέψη μας αλλά και όλους όσοι θυσιάστηκαν. Η μελέτη της ιστορίας και η αποκάλυψη στοιχείων και αρχείων της εποχής, καταδεικνύουν ότι πίσω από τη φοβερή πολεμική μηχανή του τρίτου Ράιχ και τις ωμότητες της, υπήρχαν οι βλέψεις των βιομηχανικών κολοσσών της Γερμανίας για ένα νέο μοίρασμα της γερμανικής αγοράς, συμφώνα με τα συμφέροντα τους.
Οι Γερμανοί κατακτητές δεν περιορίστηκαν στην παράνομη εδαφική κατοχή της χώρας μας, αλλά προχώρησαν και στη λεηλασία των πλουτοπαραγωγικών της πηγών και στη συγκεκριμένη περίπτωση των ορυχείων, όχι μόνο του Αγίου Δημητρίου, αλλά και άλλων περιοχών, τα μεταλλεύματα των οποίων προωθούνταν στη Γερμανία προς ενίσχυση της πολεμικής της βιομηχανίας.
Οι ομαδικές αυτές εκτελέσεις εκ μέρους των Γερμανών δεν μπορούμε να δεχτούμε ότι ήταν απλά πολεμικές επιχειρήσεις, αλλά θεωρούμε ότι ήταν εγκλήματα βάσει σχεδίου, τα οποία δεν αποτιμώνται και δεν αποζημιώνονται, γιατί καθώς λέει ο Διονύσιος Σολωμός: «Χαρές και πλούτη να χαθούν και τα βασίλεια κι όλα, τίποτα δεν είναι αν στητή μένει η ψυχή κι ολόρθη».
Η εκτέλεση των 40 συμπατριωτών μας ήταν μια θυσία στο βωμό της πατρίδας και της ελευθερίας. Αλήθεια όμως πόσο εύκολο είναι – όχι μόνο για τους Γερμανούς – αλλά και για πολλούς ακόμα ευρωπαϊκούς λαούς, να ξεχνούν αυτές τις θυσίες, τους αγώνες, το αίμα, τον ευτελισμό και την ταπείνωση που υπέστη ο λαός μας; Γιατί σήμερα τόσες φωνές να εναντιώνονται στον λαό που έχει αποδείξει ότι ξέρει να αγωνίζεται, να ορθώνει το ανάστημά του σε αξίες και ιδανικά που η κάθε γενιά, με άγραφους νόμους, παρέδιδε στη επόμενη;
Κυρίες και κύριοι:
Σήμερα που η οικονομική κατάσταση της χώρας μας δημιουργεί σχέσεις εξάρτησης και απαίτησης εμπράγματων εγγυήσεων, το βλέμμα προς το παρελθόν δεν αποτελεί πισωγύρισμα, αλλά πηγή δύναμης για εθνική ανάταξη. Σήμερα, ίσως περισσότερο από κάθε άλλη φορά, η ιστορία διδάσκει, μορφώνει, παραδίδει πρότυπα ηρωισμού, αποτελεί φωτεινό παράδειγμα θυσίας, κλείνει μέσα της γεγονότα δυσνόητα στους σύγχρονους λαούς και συμπυκνώνει ουσία και περιεχόμενο που δεν καταγράφονται παρά μόνο στα μεγάλα γεγονότα που άλλαξαν τη φορά και τη ρότα του κόσμου που σήμερα ζούμε.
Η θυσία των Αη-Δημητρινών, των Λιβαδιωτών και του δημάρχου Αιμίλιου Ξανθόπουλου δεν πήγε χαμένη. Η θυσία τους χαράχτηκε ανεξίτηλα στη μνήμη μας και ανυψώθηκε στη σφαίρα του ηρωισμού και των ιδανικών. Απόκτησαν την αθανασία, το σεβασμό και την ευγνωμοσύνη μας.
Το μήνυμα της θυσίας τους δεν το ξεθώριασε ο χρόνος. Αποτελεί προσταγή πάνω απ’ όλα για ενότητα των Ελλήνων, φιλοπατρία και συναδέλφωση με όσους λαούς αγωνίζονται για την ειρηνική συνύπαρξη, την πρόοδο και την προκοπή της ανθρωπότητας.
Εμείς εδώ σήμερα σε αυτή την σεμνή τελετή με θαυμασμό και κατάνυξη μπορούμε να υποκλιθούμε στη μνήμη τους και να αναλογιστούμε πως το δικαίωμα που μας έδωσαν να είμαστε σήμερα παρόντες μέσα στην ιστορία, δεν είναι χάρισμα, αλλά χρέος απέναντι στη στάση ζωής που εκείνοι χάραξαν.
Το έθνος ολόκληρο υποκλίνεται στη θυσία τους.
Ας είναι αιωνία η μνήμη τους!
Σας ευχαριστώ πολύ.
Νίκος Ναχόπουλος, Δρ. Τοπικής Ιστορίας