Οι ήρωες που το 1941 προτίμησαν τον θάνατο από τη γερμανική κατοχή

Κοινωνία Πολιτισμός

Ο Υποστράτηγος Ιωάννης Ζήσης, ο Ταγματάρχης Κωνσταντίνος Βερσής, ο Λοχαγός Ευάγγελος Νομικός και ο Έφεδρος Ανθυπολοχαγός Νικόλαος Παππής που αυτοκτόνησαν λίγο μετά τη γερμανική εισβολή στην Ελλάδα για να μην ζήσουν τη σκλαβιά…

Στο άρθρο μας ‘Η άθλια συμπεριφορά των Τούρκων στους Έλληνες στρατιώτες το 1941’ (7/12/2019) ,κάναμε μια σύντομη αναφορά στον Υποστράτηγο Ιωάννη Ζήση ο οποίος αυτοκτόνησε στα Ύψαλα της Θράκης στις 9 Απριλίου 1941, γιατί όπως έγραφε στο σημείωμα που άφησε στον υπασπιστή του: ‘’Θεωρώ εαυτόν μου εγκληματία να παραδώσω τρεις χιλιάδες επίλεκτους άνδρες εις τον προαιώνιον εχθρόν μου’’. Το γεγονός αυτό προκάλεσε ιδιαίτερη εντύπωση στους αναγνώστες μας. Αναζητήσαμε έτσι περισσότερες πληροφορίες για τον Ιωάννη Ζήση. Στην αναζήτησή μας αυτή ανακαλύψαμε ότι δεν ήταν μόνο ο Ιωάννης Ζήσης που έδωσε τέλος στη ζωή του μετά τη γερμανική εισβολή στη χώρα μας, αλλά και τουλάχιστον τρεις ακόμα αξιωματικοί μας. Σε αυτούς θα αναφερθούμε σήμερα παραθέτοντας, όπως πολύ συχνά κάνουμε, άγνωστα και άκρως ενδιαφέροντα όπως πιστεύουμε στοιχεία.

Ιωάννης Ζήσης: Η ευθιξία τον οδήγησε στον θάνατο
Ο Ιωάννης Ζήσης γεννήθηκε το 1881(σύμφωνα με άλλη εκδοχή το 1888) στη Μάκρη Φθιώτιδας. Τον Απρίλιο του 1941 ήταν Διοικητής της Ταξιαρχίας του Έβρου, η οποία υπεράσπιζε τα οχυρά από τον Εχίνο της Ξάνθης ως το Νυμφαίο της Ροδόπης.

Στη Βικιπαίδεια αναφέρεται ότι η Ταξιαρχία κάλυπτε την περιοχή από τη λίμνη Βιστωνίδα έως τον Έβρο. Με την εισβολή των Γερμανών σε Ανατολική Μακεδονία και Θράκη, στις 6 Απριλίου 1941, η Ταξιαρχία προέβαλε όπως βέβαια και οι μονάδες στα οχυρά της Ανατολικής Μακεδονίας, σθεναρή αντίσταση. Ωστόσο παρά τις μεγάλες τους απώλειες οι Γερμανοί άρχισαν να καταλαμβάνουν τη μία μετά την άλλη τις πόλεις μας.

Η Ταξιαρχία του Έβρου είχε λάβει την εντολή όταν πλέον θα ήταν μάταια κάθε αντίσταση να υποχωρήσει ελισσόμενη ως εξής: το 1ο Τάγμα της να κατευθυνθεί προς Αλεξανδρούπολη και από εκεί με πλοία θα πήγαινε στη Σαμοθράκη, ενώ το 2ο και το 3ο Τάγμα θα περνούσαν τον Έβρο όπως είχε συμφωνηθεί με τις τουρκικές αρχές. Στο οχυρό της Νυμφαίας θα έμενε μόνο η φρουρά που θα αμυνόταν μέχρι τέλους.

Το οχυρό άντεξε τους συνεχείς βομβαρδισμούς. Κάποια στιγμή η πόρτα της ανατολικής εισόδου διαλύθηκε από τις γερμανικές βόμβες. Ένας Γερμανός στρατιώτης κατέβηκε πρώτος στο εσωτερικό του οχυρού και τον ακολούθησαν και άλλοι. Τότε η σκύλα του οχυρού, που είχε το όνομα ‘’Κολοσσός’’, επιτέθηκε με λύσσα στον Γερμανό και τον δάγκωσε στον λαιμό πριν αυτός προλάβει να αντιδράσει. Οι άλλοι Γερμανοί έξαλλοι πυροβόλησαν και σκότωσαν το ηρωικό σκυλί, ενώ ταυτόχρονα υποχώρησαν προσωρινά. Οι γενναίοι υπερασπιστές του οχυρού ανασυντάχθηκαν και αφού είδαν ότι τα πυρομαχικά τους είχαν σχεδόν τελειώσει και κάθε περαιτέρω αντίσταση ήταν μάταιη, αποφάσισαν να σταματήσουν τον αγώνα. Όμως προηγουμένως είχαν προκαλέσει πολύ σημαντικές απώλειες στους Γερμανούς.

Το 2ο και 3ο Τάγμα (Σουφλίου και Πυθίου αντίστοιχα) όπως αναφέραμε και στο άρθρο της 7/12/2019, πέρασαν στην Τουρκία, ενώ το 1ο Τάγμα Προκαλύψεως (Κομοτηνής), συμπτυσσόμενο κινήθηκε προς το χωριό Μάκρη που βρίσκεται κοντά στην Αλεξανδρούπολη για να μεταβεί έπειτα με πλοία στη Σαμοθράκη. Όπως γράφει όμως ο Τάσος Κοντογιαννίδης στο βιβλίο του ‘’ΗΡΩΕΣ ΚΑΙ ΠΡΟΔΟΤΕΣ ΣΤΗΝ ΚΑΤΟΧΙΚΗ ΕΛΛΑΔΑ’’:

‘’Κάπου όμως συνάντησε ανυπέρβλητες δυσκολίες και αναγκάσθηκε να περάσει τον Έβρο και να ενσωματωθεί στον υπόλοιπο ελληνικό Στρατό στην Τουρκία. Η κίνηση αυτή χάλασε τα σχέδια του Ιωάννη Ζήση που είχε εντολές να οργανώσει ανταρτικό πυρήνα κατά του επιδρομέα με το Τάγμα αυτό’’.
Έτσι και το 1ο Τάγμα πέρασε στην Τουρκία. Οι Έλληνες στρατιώτες παρέδωσαν τα όπλα τους. Ο Τάσος Κοντογιαννίδης γράφει ότι δεν είχε συμφωνηθεί κάτι τέτοιο. Όπως και να ‘χει ,ο Ζήσης έφερε βαρέως τον αφοπλισμό των στρατιωτών του. Στις 2.30 το μεσημέρι της 9ης Απριλίου 1941 ζήτησε από τους Επιτελείς του να μείνει για λίγο μόνος. Σε λίγα λεπτά ένας πυροβολισμός που ακούστηκε από το σημείο που βρισκόταν ο Ζήσης έκανε τους Έλληνες αξιωματικούς να τρέξουν προς τα εκεί. Ο Ιωάννης Ζήσης είχε αυτοκτονήσει με το περίστροφό του, το οποίο είχε καλά κρυμμένο μέσα στις αποσκευές του και δεν παρέδωσε στους Τούρκους.

Ο θάνατός του συγκλόνισε τους Έλληνες και προκάλεσε μεγάλη έκπληξη στους Τούρκους. Την επόμενη μέρα οι τουρκικές αρχές του απένειμαν στρατιωτικές τιμές ενώ οι Έλληνες αξιωματικοί και στρατιώτες τον έθαψαν στο παλιό χριστιανικό νεκροταφείο έξω από τα Ύψαλα.
Και ενώ ο Ιωάννης Ζήσης αυτοκτονούσε από ευθιξία, στη Θεσσαλονίκη ο Στρατηγός Κωνσταντίνος Μπακόπουλος, διοικητής του Τμήματος Στρατιάς Ανατολικής Μακεδονίας (ΤΣΑΜ), υπέγραφε το πρωτόκολλο συνθηκολόγησης μετά από έγκριση της Κυβέρνησης και του Αρχιστράτηγου, με τον διοικητή της Γερμανικής Μεραρχίας Τεθωρακισμένων.
Το όνομα του Ιωάννη Ζήση έχει σήμερα ένα στρατόπεδο της Αλεξανδρούπολης (‘’Στρατόπεδο Ζήση’’)
Κωνσταντίνος Βερσής: ο ήρωας που έγινε θρύλος με το τραγικό του τέλος
Ένας απ’ τους ήρωες του ελληνοϊταλικού πολέμου ήταν ο Κωνσταντίνος Βερσής. Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1901. Διακρίθηκε κατά το τελευταίο έτος της μικρασιατικής εκστρατείας (1922) ως Ανθυπολοχαγός.

Όταν ξέσπασε ο ελληνοϊταλικός πόλεμος υπηρετούσε στην Ήπειρο ως Διοικητής της 8ης Μοίρας Πεδινού Πυροβολικού που ανήκε στην 8η Μεραρχία έχοντας τον βαθμό του Ταγματάρχη. Η Μοίρα του Βερσή διακρίθηκε ιδιαίτερα στη μάχη Ελαίας-Καλαμά (2-8 Νοεμβρίου 1940) κατά την οποία απωθήθηκαν οι επιτιθέμενες ιταλικές δυνάμεις. Στη συνέχεια ο Βερσής και οι άνδρες του προωθήθηκαν στη Βόρειο Ήπειρο, όπου έδειξαν μεγάλη γενναιότητα και ανδραγάθησαν επανειλημμένα, ιδιαίτερα στις μάχες Γκοραντζή και Κουρβελεσίου. Μετά τη γερμανική εισβολή στην Ελλάδα και τη συνθηκολόγηση Τσολάκογλου, ο Βερσής και η Μοίρα του βρέθηκαν έξω από τα Γιάννενα. Ένας από τους όρους της συνθηκολόγησης ήταν η παράδοση του οπλισμού στους Γερμανούς. Ο Βερσής δεν μπορούσε να δεχτεί ότι ο νικητής Ελληνικός Στρατός υποχρεώθηκε να υποκύψει στους ηττημένους Ιταλούς. Και επίσης αρνήθηκε να παραδώσει τον οπλισμό όπως είχε διαταχθεί.

Στις 23 Απριλίου 1941, η Μοίρα του Βερσή βρισκόταν σ’ ένα στρατόπεδο κοντά στην Πεδινή Ιωαννίνων, στο ύψωμα της Ραψίστας. Ο Βερσής κάλεσε τους στρατιώτες του, οι οποίοι τον λάτρευαν, για να τους μιλήσει:
«Επί ένα ολόκληρο εξάμηνο πολεμήσαμε γενναία τους Ιταλούς και τους νικήσαμε. Και όμως άλλη μεγάλη ξένη δύναμη δεν μας επιτρέπει να χαρούμε τη νίκη και να απολαύσουμε το μεγάλο αγαθό της ελευθερίας που κερδίσαμε με σκληρό αγώνα και αίμα. Ο πόλεμος έχει τελειώσει. Επετεύχθη συνθηκολόγησις η οποία μας υποχρεώνει να αποχωριστούμε και να παραδώσουμε τα ιερά μας όπλα και πυροβόλα που τόσο αγαπήσαμε και τόσες νίκες μας εχάρισαν».

Έπειτα, έδωσε εντολή στους άνδρες του, να τραγουδήσουν τον Εθνικό Ύμνο, στραμμένοι προς τον νότο, προς την «άλλη» Ελλάδα. Χαιρέτησε στρατιωτικά τα πυροβόλα και στη συνέχεια διέταξε να τα καταστρέψουν. Κατά τη διάρκεια των εκρήξεων, έβγαλε το περίστροφό του και αυτοκτόνησε. Συγκλονισμένοι οι άνδρες του, έτρεξαν κοντά του. Δεν μπορούσαν όμως να κάνουν τίποτα…
Ο Στρατηγός Κατσιμήτρος, Διοικητής της ηρωικής 8ης Μεραρχίας Ιωαννίνων έγραψε:

«… συντετριμμένος (ο Βερσής) ψυχικώς και με κατασπαραγμένη των ευγενικήν καρδίαν του, συνεκέντρωσε περί αυτόν τους άνδρας του και ομίλησεν εις αυτούς λίαν συγκενιμένος, παρηγορών οιωνεί αυτούς δια του αποχωρισμόν των από τα πυροβόλα των, τα οποία τοσάκις κατακεραύνωσαν τον αντίπαλον».
Αρχικά, στα έγγραφα του ΓΕΣ, η αυτοκτονία του Βερσή, δεν αναφερόταν πουθενά. Πολλά χρόνια αργότερα, το ΓΕΣ συμπλήρωσε στον ατομικό του φάκελο τα εξής:
«Συνθήκαι υπό τας οποίας εφονεύθη: Υπηρετώντας ως διοικητής Μοίρας στο Α’ Σύνταγμα Πεδινού Πυροβολικού, αυτοκτόνησε στο ύψωμα Ραψίστης νότια των Ιωαννίνων, στις 23 Απριλίου 1941, όταν υποχρεώθηκε να παραδώσει τα πυροβόλα της Μοίρας του στους Γερμανούς κατά παράβασιν των αρχικών όρων της ανακωχής».
Το όνομα του, δόθηκε στο Στρατόπεδο της Άρτας, ενώ η τάξη αποφοίτων 2010 της Στρατιωτικής Σχολής Ευελπίδων, ονομάζεται Τάξη «Ταγματάρχη Πυροβολικού Κωνσταντίνου Βερσή», προς τιμήν του ηρωικού στρατιωτικού.
Ευάγγελος Νομικός – Νικόλαος Πάππης

Δύο ακόμα Έλληνες στρατιωτικοί που έδωσαν τέλος στη ζωή τους με τη γερμανική εισβολή στη χώρα μας, ήταν ο Ευάγγελος Νομικός και ο Νικόλαος Πάππης, όπως αναφέρει στο βιβλίο του «ΗΡΩΕΣ ΚΑΙ ΠΡΟΔΟΤΕΣ ΣΤΗΝ ΚΑΤΟΧΙΚΗ ΕΛΛΑΔΑ» ο Τάσος Κοντογιαννίδης. Στοιχεία γι’ αυτούς δεν υπάρχουν στο διαδίκτυο, σε αντίθεση με τους Ζήση και Βερσή για τους οποίους θα βρείτε πολλές αναφορές.

Έτσι καταφύγαμε στους πεσόντες Έλληνες στρατιωτικούς, όπως αυτοί έχουν καταγραφεί από τη Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού (Δ.Ι.Σ.) του Γ.Ε.Σ.
Ο Ευάγγελος Νομικός του Εμμανουήλ, είχε γεννηθεί στο Ημεροβίγλι της Θήρας και τον Απρίλιο του 1941, υπηρετούσε ως Λοχαγός στο 68ο Σύνταγμα Πεζικού.
Στις 9/4/1941, στο Ριζό Μακεδονίας, έδωσε τέλος στη ζωή του για να μην αιχμαλωτιστεί από τους Γερμανούς.

Ο Νικόλαος Πάππης του Ιωάννη, γεννήθηκε το 1905 στα Καρδάμυλα της Χίου. Τον Απρίλιο του 1941, υπηρετούσε στον 1ο Λόχο Βοκλάτων (σύμφωνα με τα αρχεία της Δ.Ι.Σ.), ως έφεδρος Ανθυπολοχαγός. Στις 18/4/1941, έξω από το νοσοκομείο των Καμένων Βούρλων αυτοκτόνησε, όταν είδε ότι πλησίαζαν τα γερμανικά στρατεύματα.

Η γερμανική εισβολή στην Ελλάδα, «συνοδεύτηκε» από τρεις ακόμα αυτοκτονίες. Ο Αλέξανδρος Κορυζής, που διαδέχτηκε τον Ιωάννη Μεταξά στην πρωθυπουργία, αυτοκτόνησε στις 18/4/1941.
Στις 2/5/1941, έχασε τη μάχη με τον θάνατο η μεγάλη λογοτέχνιδα Πηνελόπη Δέλτα, η οποία στις 27/4/1941, ημέρα κατά την οποία τα γερμανικά στρατεύματα μπήκαν στην Αθήνα, πήρε δηλητήριο προσπαθώντας να αυτοκτονήσει.

Τέλος, ο Κωνσταντίνος Κουκίδης, φρουρός της γαλανόλευκης στην Ακρόπολη, στις 27/4/1941 όταν οι Γερμανοί ύψωσαν τη σβάστικα στον Ιερό Βράχο, μην αντέχοντας την ταπείνωση του εθνικού μας συμβόλου, τυλίχτηκε με την ελληνική σημαία και αυτοκτόνησε πέφτοντας στο κενό (έχουμε γράψει σχετικό άρθρο στις 10/5/2017).

Επίλογος
Οι στρατιωτικοί που αυτοκτόνησαν με τη γερμανική εισβολή στην Ελλάδα, προτίμησαν τον θάνατο από την ταπείνωση. Ίσως βέβαια κάποιοι να έχουν άλλη άποψη και να θεωρούν την αυτοκτονία πράξη δειλίας. Στο μνημειώδες έργο «ΗΠΕΙΡΟΣ 4000 ΧΡΟΝΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ» της ΕΚΔΟΤΙΚΗΣ ΑΘΗΝΩΝ, στη σελ. 401, γίνεται μνεία για τον Κωνσταντίνο Βερσή και γράφονται τα εξής, με τα οποία συμφωνούμε απόλυτα:

«Για μερικούς όμως, που στην περίπτωση αυτή εξέφραζαν και τα βαθύτερα αισθήματα των ανδρών του ελληνικού στρατού, ο αποχωρισμός από τα όπλα σήμαινε τον έσχατο εξευτελισμό του μαχητή, χειρότερο και από τον θάνατο».
Τέτοιοι ήταν οι Ι. Ζήσης, Κ. Βερσής, Ε. Νομικός και Ν. Πάππης.
Ήρωες και αθάνατοι…

Πηγή: Πρώτο θέμα
Πηγές: Τάσος Κ. Κοντογιαννίδης, «ΗΡΩΕΣ ΚΑΙ ΠΡΟΔΟΤΕΣ ΣΤΗΝ ΚΑΤΟΧΙΚΗ ΕΛΛΑΔΑ», ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΕΛΑΣΓΟΣ
Αρχεία Πεσόντων της Διεύθυνσης Ιστορίας Στρατού, του Γ.Ε.Σ.
Βικιπαίδεια