Σύμφωνα με στοιχεία της Επιτροπής Εποπτείας και Ελέγχου Παιγνίων (ΕΕΕΠ) ξοδέψαμε σε λαχεία, στοιχήματα, ιππόδρομος, καζίνα 16 δισ. το 2019, ξοδέψαμε 22,1 δισ. το 2021 και φτάσαμε τα 29,2 δισ. το 2022 από τα οποία το 73%, 21,3 δισ. έγινε σε διαδικτυακά τυχερά παιχνίδια!..
Δυστυχώς, διαπιστωμένα, ο τζόγος αυξάνεται όταν οι Λαοί βιώνουν οικονομική κρίση και στην Ελλάδα «τρόικας και θεσμών», όπως φαίνεται, σπάμε το ένα μετά το άλλο ρεκόρ!…
Για λόγους σύγκρισης οικονομικών μεγεθών (προφανώς τα μεγέθη τζόγου αποτελούν πλέον Εθνική αιμορραγία) ότι η μοναδική «βαριά» βιομηχανία μας, ο Τουρισμός, έφερε έσοδα 18,9 δισ. το 2019 τα οποία λόγω πανδημίας μειώθηκαν στα 10, 65 δισ. το 2021 και έφτασαν πάλι το 2022 στα επίπεδα του 2019, περίπου 18, δισ.
Τι λέτε, πάμε καλά;
Σε ολάκερο τον πλανήτη μας το κυνηγητό της Τύχης έχει καθιερωθεί, επίσημα και ανεπίσημα σε φοβερά επικερδή απασχόληση τόσο για τα Κράτη ( λαχεία, ιπποδρομίες, καζίνα, ΠΡΟ-ΠΟ, Λόττο κλπ.), για ιδιώτες και για οργανωμένα συμφέροντα που σε καθημερινή βάση διακινούν μυθώδη ποσά από το περίσσεμα των εύπορων ή το υστέρημα των σχετικά άπορων….
Το πρόβλημα του τζόγου είναι από τις δυσκολότερες περιπτώσεις προσωπικής ψυχοπαθολογίας με κοινωνικές και οικονομικές διαστάσεις ενώ παράλληλα είναι δυσχερής η προσπάθεια ορισμού και καθορισμού του προβλήματος.
Το θεμελιακό στοιχείο του τζόγου ταυτίζεται με τη συναρπαστικότητα της πιθανότητας, με το κρεσέντο των εξωτικών συναισθημάτων που δημιουργεί το «ρίσκο» παίρνοντας τις μορφές του ριξίματος των ζαριών, του άσου που έρχεται στην κατάλληλη στιγμή, του επιτυχημένου συνδυασμού των συμβόλων 1, 2 ή Χ , του αλόγου που επιβεβαιώνει την πίστη μας στις ικανότητές του, του «μαγικού»” συνδυασμού των αριθμών του ΛΟΤΤΟ.
Το ψυχογράφημα του «τζογαδόρου»
Μαθαίνουμε το τζόγο από πολύ μικρή ηλικία. Παιδικά παιχνίδια έχουν ως καθοριστικό τους στοιχείο το…ρίσκο. Με άλλα λόγια είναι παιχνίδια τύχης, καθώς περιέχουν τη ρίψη του ζαριού, το τράβηγμα χαρτιών, το στοιχείο της πιθανότητας. Επιπρόσθετα σε πολλές οικογένειες τα παιδιά όχι μόνο βλέπουν γονείς και φίλους να παίζουν, αλλά συχνά εμπλέκονται στη συναρπαστικότητα του κυνηγητού της τύχης καθώς παίζουν κάποιο τυχερό παιχνίδι μεταξύ τους ή με τους γονείς τους.
Με δεδομένες τις διαδικασίες εξοικείωσης όλων μας εξ απαλών ονύχων με τα παιχνίδια της τύχης παραμένει επίμονα δύσκολη η απάντηση στο θεμελιακό ερώτημα:
«γιατί ένα συγκεκριμένο άτομο γίνεται μανιώδης παίκτης;»
Σε μια πρώτη επιπόλαια θεώρηση ο μανιώδης κυνηγός της τύχης προβάλλει ως άτομο με έντονα στοιχεία κοινωνικότητας, πρόσχαρο στη συμπεριφορά του με τους άλλους, ευχάριστος στην παρέα άνδρας ή γυναίκα. Διεισδύοντας όμως βαθύτερα στην αυθεντικότητα της συμπεριφοράς του, ανακαλύπτουμε κάτω από την ευχάριστη επιφάνεια ένα άτομο ανώριμο ψυχό-συναισθηματικά, με έντονα χαρακτηριστικά εχθρότητας και σαφείς τάσεις μαζοχισμού που συνοδεύονται από υπέρμετρη αντικοινωνικότητα και επαναστατικότητα καθώς και από μια χαρακτηριστική ροπή προς τη μαγεία, την παραψυχολογία και μεταφυσικές ανησυχίες.
Η ψυχοσύνθεση του καταναγκαστικού κυνηγού της τύχης, του γνωστού παθιασμένου τζογαδόρου, φαίνεται να είναι ταυτόσημη με την αναζήτηση της δράσης και της περιπέτειας και υποδηλώνει άτομο που εάν δεν ρισκάρει αδυνατεί να επιβεβαιώσει την ύπαρξή του, αδυνατεί να αισθανθεί ότι πραγματικά ζει!
Συχνά ο κυνηγός της τύχης δημιουργεί πολύπλοκα συστήματα υποκειμενικής αιτιολόγησης της συμπεριφοράς του που ξεκινούν από το γνωστό «Σύνδρομο του Μόντε Κάρλο» όπου ο παίκτης πιστεύει ότι αφού χάσεις σε ένα αριθμό Χ προσπαθειών την επόμενη φορά θα κερδίσεις νομοτελειακά, αλλά δυστυχώς κανείς δεν γνωρίζει πόσες ακριβώς πρέπει να είναι οι Χ φορές.
Υπάρχει, επίσης, και ο «φαύλος κύκλος» η αποκαλούμενη φαντασίωση του λαθεμένου συλλογισμού που για τον τζογαδόρο παίρνει την ακόλουθη μορφή: «Όταν κερδίζω παίζω με τα χρήματα των άλλων και όταν χάνω προσπαθώ απλά και μόνο να πατσίσω. Όταν το επιτύχω αυτό το κέρδος μου ταυτίζεται με την απόλαυση τη γοητεία τη συναρπαστικότητα που μου χαρίζει το παιχνίδι χωρίς να μου κοστίζει πολλά…»
Ο παθολογικός παίκτης, ο αποκαλούμενος «τζογαδόρος», πέρα από τις ώρες που αναλώνει στο συγκεκριμένο παιχνίδι (χαρτιά, καζίνο, ιππόδρομος κλπ.) ξοδεύει και τις υπόλοιπες ώρες του προσδιορίζοντας την κακοτυχία της περασμένης νύχτας ή μέρας και πλάθοντας όνειρα για το επόμενο παιχνίδι, την επόμενη αναμέτρηση.
Ο καταναγκασμός και η ταυτόχρονη γοητεία, η συναρπαστικότητα του κυνηγητού της Τύχης οδηγούν τα άτομα αυτά σε πλήρη αδιαφορία και αμέλεια της προσωπικής τους και οικογενειακής ζωής και φυσικά των επαγγελματικών του υποχρεώσεων.
Ψυχοθεραπευτική αγωγή
Οι καταναγκαστικοί παίκτες, θεραπευτικά, εντάσσονται μέσα στα πλαίσια της προσέγγισης διαταραχών χαρακτήρα και θεραπείας καταναγκαστικών νευρώσεων. Ερευνητικές προσπάθειες κλινικού κυρίως χαρακτήρα πιστοποιούν το γεγονός ότι ένα σημαντικό ποσοστό αυτών των ατόμων επιδείχνουν και τύπο ψυχοσύνθεσης (δομές προσωπικότητας και συναισθηματικό φάσμα) και χαρακτήρα που προσιδιάζει άτομα που εμπλέκονται στα προβλήματα κατάχρησης και εθισμού σε αλκοόλ και ναρκωτικές ουσίες.
Υπάρχει η άποψη ότι ένα σημαντικός αριθμός παικτών είναι νευρωσικά άτομα με υποσυνείδητη ανάγκη να «χάσουν» που συγκαλύπτεται από τη συνειδητή την εμφαντική τους προσκόλληση στην επιδίωξη της επιτυχίας. Η υποσυνείδητη ανάγκη για «αποτυχία» ξεκινά από την ανάγκη του ατόμου να επαναστατήσει απέναντι στη γονική εξουσία και κυριαρχία γεγονός που δημιουργεί ενοχές και ανάγκη τιμωρίας και γενικεύεται σε μια επαναστατικότητα στο ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον.
Σε γενικές γραμμές δεν είναι καθόλου εξωπραγματική η θεώρηση του «τζογαδόρου» ως ένα άτομο που διακατέχεται από έντονο υπαρξιακό άγχος, με έντονα συναισθήματα ανασφάλειας και με έλλειψη ικανότητας χειρισμού των απογοητεύσεων και ματαιώσεων που μας επιφυλάσσει η καθημερινότητα. Το άτομο αυτό εστιάζει την υπέρμετρη ανάγκη του για φυγή από την πραγματικότητα στο κυνηγητό της τύχης.
Το 1957 δύο επώνυμοι Αμερικανοί τζογαδόροι στην προσπάθειά τους να θεραπευθούν από την παθολογική «εξάρτησή» τους δανείσθηκαν την ιδέα του παγκόσμια γνωστού Συνδέσμου Αλληλοβοηθείας Αλκοολικών (Ανώνυμοι Αλκοολικοί – Alcoholic Anonymous) και δημιουργήσαν την πρώτη ομάδα αλληλοβοηθείας «τζογαδόρων» (Ανώνυμοι τζογαδόροι -Gamblers Anonymous) στο Λός Άντζελες της Πολιτείας της Καλιφόρνια που αριθμεί σήμερα πολλά παραρτήματα σε διάφορες χώρες του πλανήτης μας.
Στην Πατρίδα μας μετριέται στα δάχτυλα ο αριθμός προγραμμάτων βοήθειας ατόμων που είναι εξαρτημένα από τον «τζόγο» και με τα σημερινά δεδομένα ήρθε, πιστεύω, η ώρα και η Ελληνική Πολιτεία να ΑΚΟΥΣΕΙ την ΚΑΜΠΑΝΑ και να παρέμβει παραγωγικά…
Για τους φίλους αναγνώστες του αγαπημένου ιστότοπου που με φιλοξενεί κάθε εβδομάδα αναφέρω το βιβλίο που συνέγραψα στην αγγλική γλώσσα με την Ψυχολόγο κόρη μου Δόκτορα Νατάσσα Πιπεροπούλου όπου αναλύουμε το πρόβλημα εξάρτησης σε τζόγο και διαδίκτυο το οποίο κυκλοφορεί διεθνώς και «κατεβαίνει» δωρεάν από τον σύνδεσμο:
———————————
*O Γιώργος Πιπερόπουλος, Δρ Κοινωνιολογίας – Ψυχολογίας, είναι Επίτιμος Καθηγητής Μάνατζμεντ και Μάρκετινγκ στο Βρετανικό Πανεπιστήμιο Durham, συνταξιούχος καθηγητής Μάνατζμεντ, Επικοινωνίας και Δημοσίων Σχέσεων και πρώην Πρόεδρος του Τμήματος Οργάνωσης και Διοίκησης Επιχειρήσεων του Πανεπιστημίου Μακεδονίας