17 Δεκεμβρίου 1997. Ένα ουκρανικό επιβατικό σοβιετικού τύπου χάνεται μυστηριωδώς από τα ραντάρ και συντρίβεται στα περίχωρα της Θεσσαλονίκης. Επιζώντες δεν υπάρχουν. Εκείνο το μοιραίο βράδυ έχασαν τη ζωή τους 72 επιβάτες, οι μισοί εκ των οποίων ήταν Έλληνες. Στις 20:55 οι χειριστές του κέντρου ελέγχου στο αεροδρόμιο «Μακεδονία» είδαν στα ραντάρ τους το αεροπλάνο. Συνομίλησαν για μία τελευταία φορά με τον Ουκρανό πιλότο, ο οποίος τους ενημέρωσε σε σπαστά αγγλικά ότι ετοιμαζόταν για προσγείωση. Ύστερα σιγή. Μέχρι τις 21:15 το επιβατικό είχε χαθεί από τα ραντάρ και το πιλοτήριο δεν έδινε σημεία ζωής….
Οι ώρες περνούσαν και το ουκρανικό αεροσκάφος τύπου Γιάκοβλεφ 42 παρέμενε εξαφανισμένο. Οι συγγενείς των επιβατών είχαν συγκεντρωθεί στο αεροδρόμιο της Θεσσαλονίκης, όπου άρχιζε να επικρατεί πανικός. Το χρονικό διάστημα ασφαλείας είχε παρέλθει, οπότε είχαν κινητοποιηθεί όλες οι αρμόδιες υπηρεσίες. Ασθενοφόρα, περιπολικά της Αστυνομίας και οχήματα της Πυροσβεστικής κατευθύνονταν από τη Θεσσαλονίκη και τους γύρω νομούς στην περιοχή μεταξύ των κοινοτήτων Μεθώνης και Λιτόχωρου Πιερίας, όπου υπολογιζόταν ότι ήταν το σημείο της πρόσκρουσης. Σύντομα επιστρατεύτηκε και η Πολεμική Αεροπορία. Το πρώτο C-130 απογειώθηκε από την Ελευσίνα με προορισμό τις παρυφές του Ολύμπου. Ωστόσο, η ομίχλη και η κακοκαιρία των ημερών δυσκόλεψαν αρκετά τις έρευνες, οι οποίες άργησαν τρεις μέρες να αποδώσουν καρπούς. Τα συντρίμμια της μοιραίας πτήσης βρέθηκαν στις 20 Δεκεμβρίου του 1997 και τα πτώματα των επιβατών μεταφέρθηκαν στο νοσοκομείο «Παπαγεωργίου» στη Θεσσαλονίκη. Σύμφωνα με τον ιατροδικαστή, ο θάνατός του ήταν ακαριαίος. «Δεν κατάλαβαν τίποτα». Η αναγνώρισή τους από τους συγγενείς όμως, ήταν αδύνατη. Η ταυτοποίηση έγινε με τη χρήση γενετικού υλικού….
Η πτήση 241 της ουκρανικής Αεροσουίτ απογειώθηκε από το Κίεβο το μεσημέρι της 17ης Δεκεμβρίου 1997. Τελικός προορισμός ήταν η Θεσσαλονίκη, ενώ θα πραγματοποιούσε μία ενδιάμεση στάση στην Οδησσό. Τη διαδρομή ρουτίνας ανέλαβε να εκτελέσει ένα Boeing 737. Ωστόσο, όταν το αεροσκάφος προσγειώθηκε στην Οδησσό, διαπιστώθηκε μηχανικό πρόβλημα στον κινητήρα του. Μετά από οκτάωρη καθυστέρηση, αντικαταστάθηκε από ένα Γιάκοβλεφ 42 και σε αυτό επιβιβάστηκαν 62 ταξιδιώτες, στην πλειοψηφία τους Έλληνες και Ουκρανοί, καθώς και το οκταμελές ουκρανικό πλήρωμα. Τα Γιάκοβλεφ ήταν σοβιετικής κατασκευής και η τεχνολογία τους διέφερε από τα δυτικά. Η ισχύς του ραντάρ τους ήταν μικρότερη, ενώ τα περισσότερα είχαν κατασκευαστεί πολύ πριν τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης. Σύμφωνα με τον Ρώσο πρόεδρο του συνδικάτου τεχνικών της Πολιτικής Αεροπορίας, «το 70% των εν λειτουργία αεροσκαφών έχουν φτάσει στο όριο ηλικίας τους και το 40% δεν θα μπορούν να πετάξουν, με κανένα πρόσχημα, μετά το 2000». Παρόλα αυτά, το πιο ανησυχητικό ήταν ότι το Γιάκοβλεφ 42 δεν ήταν το πρώτο αυτού του τύπου που εμπλεκόταν σε αεροπορική τραγωδία. Από το 1992 μέχρι το 1997, είχαν συντριβεί εννέα Γιάκοβλεφ, προκαλώντας τον θάνατο 261 ανθρώπων. Παράλληλα, το αεροπλάνο της ουκρανικής εταιρείας ήταν το τέταρτο ρωσικό σκάφος που έπεφτε τις δύο τελευταίες εβδομάδες. Ωστόσο, τα Γιάκοβλεφ συνέχιζαν κανονικά τις πτήσεις. Και ένα από αυτά έμελλε να συνεχίσει την τραγική παράδοση….
Διπλή τραγωδία Πέρα από την κακή κατασκευή των σοβιετικών αεροσκαφών στην τραγωδία συνετέλεσε και ο κακός καιρός. Το κλίμα ήταν ασυνήθιστα ψυχρό για τα δεδομένα της περιοχής, ενώ οι χαμηλές νεφώσεις, οι δυνατοί άνεμοι και οι καταιγίδες δυσχέραιναν ακόμη περισσότερο το έργο των πιλότων. Και το Γιάκοβλεφ 42 δεν ήταν το μοναδικό θύμα της κακοκαιρίας. Ένα από τα C-130 της Πολεμικής Αεροπορίας, που απογειώθηκε προς αναζήτηση του πεσμένου ουκρανικού επιβατικού, συνετρίβη στο όρος Πάστρα, κοντά στην Πάρνηθα. Ο Έλληνας πιλότος είχε την εντύπωση πως, περνώντας πάνω από την πρώτη κορφή, είχε αποφύγει οριστικά το βουνό. Όμως, η ψηλότερη από τις δύο κορυφές, σκεπασμένη με πυκνά σύννεφα, ήταν ακριβώς μπροστά του. Το πολεμικό αεροσκάφος συνετρίβη πάνω στο βουνό και τα πέντε μέλη του πληρώματός του πέθαναν ακαριαία…
Την ίδια ώρα, στα Πιέρια Όρη, σε ύψος 1.006 μέτρων, 45 χιλιόμετρα νοτιοδυτικά της Θεσσαλονίκης εντόπιζαν το Γιάκοβλεφ-42 και τα διασκορπισμένα πτώματα των επιβατών. «Ιδιαίτερα δύσκολο πρακτικά, αλλά και μακάβριο καθίσταται πλέον το έργο της αναγνώρισης των πτωμάτων, που στις περισσότερες περιπτώσεις θα γίνει με καθαρά επιστημονικά μέσα (γενετικά και αιματολογικά δεδομένα, οδοντοστοιχίες, ακόμα και με πληροφορίες από συγγενείς για ενδυματολογικά και άλλα χαρακτηριστικά τους)», μετέδιδε ο τύπος της εποχής. Μεταξύ των θυμάτων βρίσκονταν πολλοί νέοι Έλληνες που είχαν πάει ως εργάτες στην Ουκρανία, οικογένειες με μικρά παιδιά, αλλά και ουκρανοί τουρίστες. Ανάμεσα στις τραγικές φιγούρες των συγγενών, βρισκόταν ένας ουκρανός ποδοσφαιριστής του Πανσερραϊκού που έχασε τη γυναίκα και τα δυο παιδιά του στη μοιραία πτήση. Με το νέο χρόνο, η υπόθεση οδηγήθηκε στο δικαστήριο. Το πόρισμα που είχε εκδώσει η η αρμόδια επιτροπή της Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας επέρριπτε τις ευθύνες της συντριβής στους πιλότους του αεροπλάνου. Ήταν η πρώτη φορά που εκτελούσαν το συγκεκριμένο δρομολόγιο και, εκτός αυτού, δεν γνώριζαν αγγλικά, με αποτέλεσμα η συνεννόηση με τον πύργο ελέγχου ήταν σχεδόν αδύνατη….
Ο εισαγγελέας δεν μπορούσε να παραπέμψει σε δίκη τους νεκρούς ουκρανούς πιλότους και θεώρησε ότι μεγάλο μερίδιο ευθύνης είχαν και οι δύο ελεγκτές εναερίου κυκλοφορίας που είχαν βάρδια εκείνο το μοιραίο βράδυ στο αεροδρόμιο της Θεσσαλονίκης. Με την κατηγορία ότι δεν αντιλήφθηκαν εγκαίρως το πρόβλημα για να ειδοποιήσουν κατευθείαν την Πολεμική Αεροπορία, το δικαστήριο τους καταδίκασε πρωτοδίκως σε 5 χρόνια φυλάκιση. Στο Εφετείο η ποινή τους μειώθηκε κατά 8 μήνες….
Πηγή:mixanitouxronou.gr