Πρόκειται για ένα εξαιρετικό βιβλίο στο οποίο τεκμηριώνεται, με αδιάσειστα στοιχεία από τις υπάρχουσες ιστορικές πηγές, ότι χωρίς τους αγώνες και τις θυσίες των Σουλιωτών η Ελληνική Επανάσταση θα κινδύνευε να συντριβεί στο ξεκίνημά της ή κατά τους πρώτους χρόνους της.
Συγκεκριμένα, τον Δεκέμβριο του 1820, οι Σουλιώτες συμμάχησαν με τον Αλή πασά και από τις 7 έως το τέλος του ίδιου μήνα, κατανίκησαν τη μεγάλη στρατιά των Τσάμηδων στα βουνά του Σουλίου και τη στρατιά δύο πασάδων στα Πέντε Πηγάδια. Το γεγονός αυτό εξόργισε σε τέτοιο βαθμό τον σουλτάνο, ώστε αντικατέστησε τον αρχιστράτηγο Πασόμπεη με τον Χουρσίτ πασά, τον οποίον από τον Νοέμβριο του 1820 είχε διορίσει Διοικητή της Πελοποννήσου. Η απομάκρυνση όμως του Χουρσίτ και της στρατιάς του απ’ την Πελοπόννησο έδωσε ευκαιρία να ξεκινήσει με επιτυχία η Ελληνική Επανάσταση.
Οι νίκες των Σουλιωτών, που συνεχίστηκαν καθ’ όλη τη διάρκεια του πρώτου χρόνου της Επανάστασης, ισχυροποίησαν τον Αλή πασά, ο οποίος κατάφερε να αντέξει 12 μήνες ακόμη, καθηλώνοντας την τουρκική στρατιά στα Γιάννενα την κρισιμότερη χρονική περίοδο που, τόσο στην Πελοπόννησο όσο και στη Στερεά Ελλάδα, δινόταν ο υπέρ πάντων αγών για την εδραίωση της Επανάστασης.
Αλλά και μετά την καρατόμηση του Αλή πασά, στις 24 Γενάρη του 1822, όταν ο Χουρσίτ, τον Μάιο του 1822, εκστράτευσε εναντίον τους για να τους εξοντώσει, εκείνοι κατανίκησαν τα πολυάριθμα στρατεύματά του σε όλες τις μάχες γύρω από το Σούλι.
Οι νίκες αυτές εξόργισαν πολύ τον σουλτάνο, με αποτέλεσμα να αναθέσει τη μεγάλη εκστρατεία κατά της Πελοποννήσου στον Δράμαλη και σύμφωνα με τον Κόκκινο: «αν ο έμπειρος Χουρσίτ ήταν επικεφαλής τόσου στρατού, τα αποτελέσματα της εκστρατείας πιθανόν να ήσαν διαφορετικά από εκείνα που είχεν ο Δράμαλης».
Στις 2 του Σεπτέμβρη του 1822, οι Σουλιώτες, εξ αιτίας της πείνας και του λοιμού που μάστιζε το στρατόπεδό τους, αναγκάστηκαν να συνθηκολογήσουν και να μεταφερθούν στην Κεφαλονιά χωρίς να έχουν ηττηθεί σε καμία μάχη. Αργότερα όμως επέστρεψαν από τα Επτάνησα και από το 1823 έως το 1829 έλαβαν μέρος σε όλες τις κρίσιμες μάχες της Ρούμελης και της Αττικής και λόγω της απαράμιλλης ανδρείας τους ήταν εκείνοι που έγερναν την πλάστιγγα της νίκης υπέρ των Ελλήνων.
Το τίμημα σε αίμα που πλήρωσαν οι Σουλιώτες για την ελευθερία της Ελλάδας ήταν τεράστιο. Στο τέλος της Επανάστασης οι μάχιμοι που είχαν απομείνει ζωντανοί δεν ξεπερνούσαν τους διακόσιους.
Ας σκύβουν ευλαβικά οι επερχόμενες γενιές και ας αποτίουν τον πρέποντα φόρο τιμής στη μνήμη τους.
Bιογραφικό
O Νίκος Χαρ. Ασημακόπουλος, με οικογενειακή ρίζα από τα Λαγκάδια Γορτυνίας, γεννήθηκε στο Αλποχώρι Πύργου Ηλείας το 1949. Είναι πτυχιούχος του Τμήματος Πολιτικών Επιστημών του Παντείου Πανεπιστημίου, ιστοριοδίφης και ιδρυτής του εκδοτικού οίκου «Βεργίνα». Ασχολείται με τις εκδόσεις βιβλίων από το 1977, αρχίζοντας από φροντιστηριακά βοηθήματα που καλύπτουν όλα τα επίπεδα της εκπαίδευσης. Από το 1995 επιμελείται και εκδίδει ιστορικά βιβλία για την Αρχαιότητα, την άνοδο και πτώση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας αλλά και ανανεωμένη έκδοση όλων των απομνημονευμάτων των αγωνιστών του 1821, προσθέτοντας σπάνιες γκραβούρες πορτραίτα αγωνιστών και πίνακες. Από το 2000 επιμελείται και εκδίδει λογοτεχνικά βιβλία που καλύπτουν όλα τα είδη της πεζογραφίας και της ποίησης. Eπίσης έχει γράψει και το μυθιστόρημα «Νικηφόρος Μονομάχος» (ανέκδοτο).