Η ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΘΕΣΜΙΚΗ ΕΚΤΡΟΠΗ ΤΟΥ ΣΥΡΙΖΑ

Κοινωνία

Αν κάποιος νόμιζε ότι με τον ΣΥΡΙΖΑ τα έχουμε δει όλα, μάλλον έσφαλε. Και τούτο διότι ο πρόσφατος διορισμός από το Υπουργικό Συμβούλιο νέας Προέδρου και νέας Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου και δη ελάχιστα πριν τις προαναγγελθείσες, με δηλώσεις του Πρωθυπουργού, εθνικές εκλογές της 7ης Ιουλίου, επαληθεύει (ίσως για τελευταία φορά, πριν την επερχόμενη αλλαγή του πολιτικού σκηνικού) την καθολική ασυμβατότητα της συμπεριφοράς της νυν Κυβέρνησης με τις θεμελιώδεις αρχές του πολιτεύματος μας.

Βέβαια, κατά το άρθρο 90 παράγραφος 5 του Συντάγµατος οι προαγωγές στις κορυφαίες θέσεις της ∆ικαιοσύνης ενεργούνται µε Προεδρικό Διάταγµα ύστερα από πρόταση του Υπουργικού Συµβουλίου µε επιλογή µεταξύ των µελών του αντίστοιχου ανώτατου δικαστηρίου, όπως Νόμος ορίζει.

Προς εξειδίκευση, λοιπόν, της άνω συνταγµατικής διάταξης εκδόθηκε ο οργανικός του Συντάγματος Νόμος 3841/2010, στην αιτιολογική έκθεση του οποίου καταγράφεται η ‘‘νομικο-πολιτική εντελέχεια’’ της ίδιας της εξουσιοδοτικής συνταγματικής διάταξης. Το άρθρο 90§5 του Συντάγματος αποτελεί στοιχείο διασταύρωσης των κρατικών λειτουργιών αλλά και εκδήλωση έµµεσης δηµοκρατικής νοµιµοποίησης της επιλογής (αιτιολογική έκθεση του Νόμου 3841/2010) της ηγεσίας της Δικαιοσύνης.Τουτέστιν, το Υπουργικό Συμβούλιο μιας Κυβέρνησης ασκεί την συνταγματική αρμοδιότητα επιλογής της ηγεσίας της Δικαιοσύνης, προκειμένου να διασφαλίζεται η έστω έμμεση δημοκρατική νομιμοποίηση της Δικαιοσύνης, οι αποφάσεις της οποίας εκδίδονται και εκτελούνται στο όνομα του ελληνικού λαού.

Στη δε διαδικασία επιλογής των ηγεσιών των ανωτάτων δικαστηρίων, η µεσολάβηση της Βουλής των Ελλήνων, µε την έκφραση γνώµης από τη ∆ιάσκεψη των Προέδρων της, και πριν από τη διατύπωση τελικής πρότασης από το Υπουργικό Συµβούλιο, κινείται προς αυτή την κατεύθυνση (της έμμεσης δημοκρατικής νομιμοποίησης της Δικαιοσύνης). Ούτως ή άλλως, κατά το Συνταγματικό Δίκαιο και τη φιλοσοφία του πολιτεύματός μας, η διαφάνεια και η περαιτέρω δηµοκρατική νοµιµοποίηση στην επιλογή δικαστικών λειτουργών για τις κορυφαίες θέσεις της ∆ικαιοσύνης ενισχύουν την ανεξαρτησία και το κύρος της.

Εν προκειμένω όμως, η Κυβέρνηση αποδέχθηκε το βράδυ της 26ης Μαΐου ότι έχει στερηθεί της δημοκρατικής της νομιμοποίησης, συνηγόρησε δηλαδή με δημόσιες, ανοικτές και ανεπιφύλακτες, δηλώσεις του Πρωθυπουργού υπέρ του πραγματικού γεγονότος ότι η παρούσα σύνθεση της Βουλής και ειδικότερα η ίδια η Κυβέρνηση που τεχνητά απολαύει της εμπιστοσύνης της τωρινής σύνθεσης αυτής (της Βουλής), βρίσκεται σε προφανή δυσαρμονία με τη βούληση του εκλογικού σώματος. Και γι’ αυτό, άλλωστε, ήδη ανακοινώθηκε (χωρίς να έχουν γίνει ακόμα προς το παρόν οι απαιτούμενες από το Σύνταγμα ενέργειες) ότι στις 7 Ιουλίου θα έχουμε εθνικές εκλογές.

Με πολύ απλά λόγια, η συνθλιπτική ήττα του ΣΥΡΙΖΑ στις Ευρωεκλογές ερμηνεύτηκε απ’ όλον τον πολιτικό κόσμο ως απώλεια της δημοκρατικής νομιμοποίησης της Κυβέρνησης, η οποία δεν έχει κατά πολιτικό και εκλογικό τεκμήριο το λαϊκό έρεισμα. Και δόθηκε η παραπάνω ερμηνεία στην ήττα του ΣΥΡΙΖΑ επειδή ο ίδιος ο κ. Τσίπρας απέδωσε στις ευρωεκλογές τον αποκλειστικό χαρακτήρα εθνικής (και όχι φυσικά ‘‘ευρωπαϊκής’’) πολιτικής αναμέτρησης, μέσα από την οποία προσδοκούσε την ανανέωση της δημοκρατικής νομιμοποίησης της Κυβέρνησής του μέχρι τις εκλογές που θα γινόταν στο τέλος της κυβερνητικής θητείας.

Η λαϊκή ετυμηγορία όμως ήταν η κραυγαλέα αποδοκιμασία της πολιτικής του κ. Τσίπρα και η ουσιαστική ‘‘πολιτική απονομιμοποίηση’’ της Κυβέρνησης του. Με αυτό ακριβώς το εκλογικό αποτέλεσμα σε μια ώριμη κοινοβουλευτική δημοκρατία θα εφαρμόζονταν τα άρθρα 37 και 38 του Συντάγματος. Η Κυβέρνηση, κατά τα πάγια δημοκρατικά ειωθότα και συνταγματικά πρότυπα, θα έπρεπε να παραιτηθεί, να διαλυθεί η Βουλή και η μέχρι τις εκλογές αναλαμβάνουσα υπηρεσιακή κυβέρνηση να διαχειρίζεται μόνο τυπικά θέματα τρέχουσας φύσεως.

Παρά ταύτα, ο κ. Τσίπρας και η Κυβέρνησή του όχι μόνο δεν παραιτήθηκαν, αλλά έσπευσαν, ‘‘έντρομοι’’ για το ζοφερό πολιτικό τους μέλλον, αν και ad hoc ‘‘δημοκρατικά απονομιμοποιημένοι’’, να ορίσουν ηγεσία στον Άρειο Πάγο, προβαίνοντας σε μια ακόμη σοβαρή θεσμική εκτροπή και βαθειά περιφρόνηση της πολιτειακής μας νόρμας. Η μεθόδευση αυτή εντούτοις, προκειμένου ο κ. Τσίπρας και το κόμμα του να μπορούν να έχουν ‘‘ειδικό βάρος’’ επηρεασμού και εγγυημένο ρόλο στην επόμενη ημέρα της πολιτικής ζωής του Τόπου, προσβάλλει το πνεύμα του Συντάγματος και τις συνοδεύουσες αυτό συνταγματικές αρχές, προσβάλλει το δικαστικό σώμα και ειδικά τους ανώτατους άξιους δικαστικούς λειτουργούς μας, προσβάλλει, εν τέλει, την ίδια τη νοημοσύνη μας.

Γι’ αυτό, λοιπόν, χρειάζεται να βάλουμε ένα τέλος σ’ αυτούς τους θεσμικούς εκτροχιασμούς και τις πρακτικές που περιφρονούν και αλλοιώνουν το πολίτευμα, το δημοκρατικό αίσθημα, την λαϊκή κυριαρχία, την ίδια την εντολή που πρέπει να έχει μια Κυβέρνηση από το εκλογικό σώμα για να μπορεί να κυβερνά. Η Χώρα χρειάζεται μια μεγάλη, εμπροσθοβαρή και πολυεπίπεδη αλλαγή. Στις 7 Ιουλίου, απαλλασσόμενοι από τον κ. Τσίπρα και τους θλιβερούς τακτικισμούς του, πρέπει όλοι να αποδείξουμε ότι όχι μόνο έχουμε συνειδητοποιήσει την αναγκαιότητα αυτής της μεγάλης αλλαγής, αλλά ότι είμαστε και έτοιμοι να συμπορευτούμε στην υλοποίησή της.

ΧΡΗΣΤΟΣ ΓΚΟΥΓΚΟΥΡΕΛΑΣ

ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ

LLM IN INTERNATIONAL COMMERCIAL LAW

LLM IN EUROPEAN LAW

Cer. LSE in Business, International

Relations and the political science