Από τον Συμβουλευτικό Ψυχολόγο Δρ. Χρήστο Κ. Μπιμπίτσο*
«Τα πάντα ρει», έχει πει ο αρχαίος Έλληνας φιλόσοφος Ηράκλειτος, τονίζοντας ότι η αλλαγή και η εξέλιξη αποτελούν νόμο της φύσης. Παρόλα αυτά, στη λαϊκή σοφία υπάρχει η γνωστή φράση που λέει «Ο λύκος και αν εγέρασε και έπεσε το μαλλί του, μήτε τη γνώμη άλλαξε μήτε την όρεξη του», υπονοώντας ότι ο άνθρωπος δεν αλλάζει, ή τουλάχιστον δεν αλλάζει εύκολα. Σίγουρα όλοι μας έχουμε στο μυαλό μας έναν γκρινιάρη θείο, γείτονα ή προϊστάμενο στην εργασία μας που φαίνεται να μην εγκαταλείπει με τίποτα κάποιες από τις «αγαπημένες», αν και ενοχλητικές για τους άλλους, συνήθειές του. Πολλοί είναι αμετανόητα ιδιότροποι, εκκεντρικοί, «ξεροκέφαλοι», παρορμητικοί, συναισθηματίες και πάει λέγοντας. Κάπως σχετικό με την τάση που έχουν οι άνθρωποι να επαναλαμβάνουν κάποια πρότυπα συμπεριφοράς είναι και το γνωστό «δυο φορές το ίδιο λάθος» ή, όπως εμφανίζεται στον στίχο του γνωστού τραγουδιού από την αοιδό Πίτσα Παπαδοπούλου «δυο φορές το ίδιο λάθος, δυο φορές το ίδιο πάθος» (παρέχοντας ίσως και μία ερμηνεία για τα αίτια των «λαθών» μας). Τί λέει όμως η ψυχολογία γι’ αυτό, ποιες είναι οι συνέπειες της αλλαγής ή μη αλλαγής στη ζωής μας και ποιες είναι οι προϋποθέσεις (αν υπάρχουν) που χρειάζονται ώστε ν’ αλλάξει ο άνθρωπος;
Βλέποντας τη ζωή ενός προσώπου από τη γέννησή του μέχρι και τον θάνατο (ειδικά αν αυτό συμβεί στα βαθειά γεράματα), είναι προφανές ότι ο άνθρωπος αλλάζει. Από ένα μικρό, αβοήθητο και με ελάχιστες δεξιότητες πλάσμα, μεταμορφώνεται σ’ ένα ενήλικο άτομο που, αν είναι αρκετά τυχερό, μπορεί να φτάσει μέχρι τη λεγόμενη «τρίτη ηλικία», κάπως αποδυναμωμένο βέβαια, αλλά ίσως με μία αίσθηση πληρότητας και σοφίας για τη ζωή. Ο άνθρωπος λοιπόν, γεννιέται και αναπτύσσεται, βιώνοντας καταιγιστικές αλλαγές στη βιολογία του (κάθε 7 χρόνια αναπληρώνεται, όπως μας λένε οι ειδικοί, το σύνολο των κυττάρων μας), στην ψυχοσυναισθηματική του κατάσταση (η διάθεσή μας μπορεί ν’ αλλάζει από λεπτό σε λεπτό) και, ακόμη, στις απόψεις και στη στάση ζωής που ακολουθεί. Βεβαίως, όλοι μας έχουμε μία αίσθηση «μη αλλαγής» η οποία μας βοηθάει να νιώθουμε σταθερότητα και ασφάλεια στη ζωή μας, ενώ συχνά εντοπίζουμε στοιχεία ή χαρακτηριστικά του εαυτού μας τα οποία θα θέλαμε ν’ αλλάξουμε (π.χ. σε σχέση με την εμφάνισή μας, τα ενδιαφέροντά μας ή τις σχέσεις μας μ’ άλλα πρόσωπα). Συχνά δυσκολεύομαι να αναγνωρίσω κάποιες κοπέλες οι οποίες πειραματίζονται συνεχώς με το σχήμα και το χρώμα των μαλλιών τους. Στο πλαίσιο αυτό λοιπόν, είναι ίσως προτιμότερο να συζητούμε όχι για άμεσα ορατές αλλαγές στην προσωπικότητα και τον χαρακτήρα μας, αλλά μάλλον για μία εξέλιξη του εαυτού μας σε ψυχοσωματικό επίπεδο. Η έρευνα δείχνει εξάλλου ότι η προσωπικότητα του ανθρώπου, όπως μετριέται με διάφορες ψυχομετρικές κλίμακες και η οποία -σε κάποιο βαθμό- προσδιορίζεται από τα κληρονομικά μας χαρακτηριστικά, δεν αλλάζει! Επομένως, μία προσέγγιση που εστιάζεται σε στοιχεία της συμπεριφοράς μας στην καθημερινότητα και στις σχέσεις μας, είναι πιο ρεαλιστική και μπορεί να μας επιτρέψει ν’ αποκτήσουμε έναν έλεγχο στην κατεύθυνση και το είδος των αλλαγών που θέλουμε για τον εαυτό μας. Αυτό βέβαια, αν το επιδιώξουμε, είναι σημαντικό να γίνει προς χάρη του εαυτού μας και όχι άλλων προσώπων, ακόμη κι αν μας το ζητούν και, επίσης, μέσα από συνειδητές επιλογές και πρωτοβουλίες που αναλαμβάνουμε οι ίδιοι μας στη ζωή μας.
Το οικογενειακό περιβάλλον, οι κοινωνικές συναναστροφές και η εκπαίδευση, αποτελούν τους πρώτους κύριους παράγοντες που επηρεάζουν τη συμπεριφορά και κοσμοαντίληψη ενός προσώπου. Οι άνθρωποι όμως ακολουθούν διαφορετικές πορείες και, στις μοναδικές αυτές διαδρομές, αποκτούν ή αλλάζουν συνήθειες και συμπεριφορές μέσα από πολλές διαφορετικές επιρροές. Οι εμπειρίες που αποκτούν οι άνθρωποι, κάποιες από τις οποίες μπορεί να είναι ευχάριστες και άλλες δυσάρεστες ή και σοκαριστικές, διαδραματίζουν έναν σημαντικό ρόλο στη ζωή μας. Συχνά κατανοούμε πράγματα για τη ζωή, αναπτύσσουμε πολύτιμες δεξιότητες και προχωρούμε στην προσωπική μας ανάπτυξη μέσα από τα «λάθη» μας (εφόσον σκεφτούμε πάνω σ’ αυτά) ή, άλλοτε, βιώνοντας επώδυνες και τραυματικές εμπειρίες, αν τις επεξεργαστούμε κατάλληλα, κατά προτίμηση με τη συμβολή ενός ειδικού. Σύμφωνα με τους Woodward & Joseph (2003), 40 με 70% των προσώπων που έχουν βιώσει μία τραυματική εμπειρία, καταγράφουν κάποια οφέλη που απέκτησαν αργότερα στη ζωή τους κι αυτό μπορεί να συμβεί μέσα από τρεις διαφορετικές διαδικασίες: αλλαγή στην αντίληψη που έχουμε για τον εαυτό μας, αλλαγές στις σχέσεις μας με άλλα πρόσωπα και αλλαγές στη φιλοσοφία της ζωής μας.
Αξίζει στο σημείο αυτό να δούμε έναν μηχανισμό συνειδητών αλλαγών στη ζωή μας, ειδικά αν θέλουμε οι αλλαγές να έχουν έναν περισσότερο μόνιμο χαρακτήρα. Το πρώτο βήμα για «αλλαγή» είναι να θέλουμε ν’ αλλάξουμε και για να θέλουμε ν’ αλλάξουμε, χρειάζεται να γνωρίζουμε το λόγο. Γιατί θέλουμε ν’ αλλάξουμε και τι καλύτερο περιμένουμε στη ζωή μας, μέσα από τη συγκεκριμένη αλλαγή; Συχνά μία τέτοια απόφαση προϋποθέτει να γνωρίζουμε τον εαυτό μας, τα όρια και τις αδυναμίες του και πως συνδέονται αυτά με μακροχρόνιους στόχους που θέλουμε να επιτύχουμε. Μία διαδικασία αλλαγής προϋποθέτει να θέσουμε έναν ρεαλιστικό στόχο και, στη συνέχεια, να δεσμευτούμε για την επίτευξή του, σχεδιάζοντας ταυτόχρονα και μία διαδρομή με τα απαραίτητα βήματα/δράσεις που χρειάζεται να κάνουμε (συνήθως για την επίτευξη ενδιάμεσων στόχων). Εφόσον είμαστε συνειδητοποιημένοι και ακολουθούμε με εμπιστοσύνη τη συγκεκριμένη διαδρομή, τα πρώτα θετικά αποτελέσματα αναμένεται να μας δώσουν επιπλέον κίνητρα για να συνεχίσουμε και, μάλιστα, με μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση, απολαμβάνοντας κάποιους «καρπούς» των κόπων μας. Η συγκεκριμένη διαδικασία θετικών αλλαγών στη ζωή μας, μπορεί να αξιοποιηθεί για αλλαγές στο επίπεδο της συμπεριφοράς μας, για να ξεπεράσουμε βλαβερές συνήθειες, στην επαγγελματική ή προσωπική μας ζωή, καθώς και στις σχέσεις μας μ’ άλλα πρόσωπα.
Τροφή για σκέψη: Υπάρχει κάτι που θα θέλατε να αλλάξετε στον εαυτό σας; Τι είναι αυτό και γιατί θα θέλατε να το αλλάξετε; Μπορείτε να σκεφτείτε 3 τουλάχιστον πλεονεκτήματα ή οφέλη που αναμένεται να αποκτήσετε μέσα από τη συγκεκριμένη αλλαγή; Ποια είναι μία κατάλληλη στρατηγική (σχέδιο δράσης) που θα μπορούσατε να ακολουθήσετε για να επιτύχετε τη συγκεκριμένη αλλαγή;
Woodward, C. & Joseph, S. (2003). Positive change process and post-traumatic growth in people who have experienced childhood abuse: Understanding vehicles of change. Psychology and Psychotherapy: Theory, Research and Practice, 76, 267-283.
* Μπορείτε να αναζητήσετε τη συμβολή του Συμβουλευτικού Ψυχολόγου Δρ Χρήστου Μπιμπίτσου, για ψυχολογικά ή προσωπικά ζητήματα που σας απασχολούν, μέσω του Κοινωνικού Οργανισμού “The Orange Bus (Το Πορτοκαλί Λεωφορείο)”, με έδρα την Έδεσσα (Φιλελλήνων 23, τηλ. 6944-252208, chrisbibitsos@yahoo.gr)