Ο Ευάγγελος Βενιζέλος είναι τοις πάσι γνωστός. Κατά την προσωπική μου άποψη, ο πάλαι ποτέ Καθηγητής μου στο ΑΠΘ επί του Συνταγματικού Δικαίου ανήκει στη διακριτή και αριθμητικά συγκεκριμένη ομάδα των πολιτικών που ξεχωρίζουν για το γνωστικό επίπεδο, την ευφράδεια και την οξυδέρκεια τους. Γι’ αυτό και το πρόσφατο άρθρο του με τίτλο ‘‘Δηλώσεις που θα ήταν σκόπιμο να κάνει η Κυβέρνηση εξ’ ονόματος της Ελληνικής Δημοκρατίας στη διαδικασία κύρωσης της συμφωνίας Ελλάδας-Αιγύπτου και της Συμφωνίας Ελλάδας-Ιταλίας’’ με ‘‘παραξένεψε αρκετά’’. Ο κ. Βενιζέλος εντοπίζει 7 σημεία και προτείνει 7 δηλώσεις που, κατ’ αυτόν, θα έπρεπε να γίνουν στην Ελληνική Βουλή κατά τη συζήτηση του νομοσχεδίου, με το οποίο θα κυρωθούν οι δύο άνω διεθνείς συμφωνίες. Τα 7 αυτά σημεία όμως ‘‘αναβλύζουν’’ διάχυτο προβληματισμό:
1. Ο κ. Καθηγητής στο πρώτο σημείο των παρατηρήσεων του αναφέρει ότι ‘‘Ούτε στο προοίμιο ούτε στα άρθρα της συμφωνίας Ελλάδας – Αιγύπτου γίνεται αναφορά στις αρχές που διέπουν την οριοθέτηση και ιδίως στους κανόνες της ίσης απόστασης / μέσης γραμμής και της πλήρους επήρειας των νησιών. Περιλαμβάνεται μόνο γενική αναφορά αναγνώρισης της Διεθνούς Σύμβασης για το Δίκαιο της Θάλασσας (UNCLOS/ ΔΣΔΘ)… Η ρητή αναφορά στους κανόνες αυτούς και η αιτιολόγηση του τρόπου εφαρμογής τους στη συγκεκριμένη διμερή συμφωνία, κατά τη συζήτηση του σχετικού κυρωτικού νόμου στη Βουλή, θα αποσαφηνίσει σημεία κρίσιμα για μελλοντικές οριοθετήσεις με άλλες χώρες, δηλαδή με την Τουρκία και τη Λιβύη.’’
Ωστόσο, δεν πρέπει να διαλάθει την προσοχή μας ότι τo Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης (ΔΔΧ) στην υπόθεση της Βόρειας Θάλασσας (1969) θεώρησε την αρχή της ίσης απόστασης/μέσης γραμμής απλώς ως μια από τις υπάρχουσες μεθόδους οριοθετήσεως που δεν θα μπορούσε να νοηθεί ως κανόνας δικαίου. Το ΔΔΧ ανέφερε στην παραπάνω απόφασή του ότι μόνο τα κράτη που ήταν συμβαλλόμενα μέρη στη Σύμβαση της Γενεύης για την υφαλοκρηπίδα (Genena Convention on Continental Shelf) θα έπρεπε να θεωρούν τη συγκεκριμένη μέθοδο ως κανόνα δικαίου στις μεταξύ τους σχέσεις. Τη Σύμβαση του 1958 υπέγραψε η Ελλάδα, όχι όμως και η Αίγυπτος. Συνεπώς, η αναφορά στους άνω κανόνες που ζητεί ο κ. Βενιζέλος μάλλον θα είναι απλά δηλωτική του τρόπου σκέψης των Ελλήνων και Αιγυπτίων αναφορικά με τη μεταξύ τους Συμφωνία, ενέχουσα βέβαια τον όποιο συμβολισμό της, αλλά πάντως όχι αναφορά σε ‘‘κανόνα δικαίου’’ και δη ανελαστικού κανόνα του Διεθνούς Δικαίου Θάλασσας.
2. Στη δεύτερη παρατήρησή του ο κ. Βενιζέλος σημειώνει: ‘‘Η συμφωνία Ελλάδας – Αιγύπτου έχει ως αντικείμενο τη μερική οριοθέτηση της ΑΟΖ χωρίς καμία αναφορά στην έννοια της υφαλοκρηπίδας… Η έλλειψη κάθε αναφοράς στην υφαλοκρηπίδα θα ήταν χρήσιμο να δηλωθεί ότι οφείλεται στο γεγονός ότι σε θάλασσες όπως η Μεσόγειος, η έκταση και τα όρια της υφαλοκρηπίδας ταυτίζονται με αυτά της ΑΟΖ, η δε υφαλοκρηπίδα, όπως σημειώθηκε, ισχύει ipso facto και ab initio’’.
Στην ελληνοαιγυπτιακή Συμφωνία είναι όντως γεγονός ότι δεν γίνεται καμία αναφορά στην έννοια της υφαλοκρηπίδας. Αλλά τούτο δεν είναι κάτι ασυνήθιστο ή πρωτοφανές. Καμία αναφορά στην υφαλοκρηπίδα δεν υπάρχει ούτε στη Συμφωνία περί ΑΟΖ μεταξύ Κύπρου και Αιγύπτου, που συνήφθη το 2003 (https://www.un.org/Depts/los/LEGISLATIONANDTREATIES/PDFFILES/TREATIES/EGY-CYP2003EZ.pdf), ούτε στη Συμφωνία περί ΑΟΖ μεταξύ Κύπρου και Ισραήλ, που έλαβε χώρα το 2010 (https://www.un.org/Depts/los/LEGISLATIONANDTREATIES/PDFFILES/TREATIES/cyp_isr_eez_2010.pdf), αλλά και ούτε στην αντίστοιχη Συμφωνία Ισραήλ-Ιορδανίας του 1996 (https://www.un.org/Depts/los/LEGISLATIONANDTREATIES/PDFFILES/TREATIES/ISR-JOR1996MB.PDF). Το ότι δε η υφαλοκρηπίδα ισχύει ‘‘ipso facto και ab initio’’, το προβλέπει απευθείας το Διεθνές Δίκαιο, γεγονός που καθιστά περιττή ή αλυσιτελή μια τέτοια ‘‘επανάληψη’’ από το Ελληνικό Κοινοβούλιο.
3. Στο τρίτο σημείο των προτάσεων του ο κ. Καθηγητής αναφέρει: ‘‘Εφαρμόζεται συνεπώς (στην ελληνοαιγυπτιακή συμφωνία) η πρακτική της τμηματικής ανακήρυξης της ΑΟΖ σε περιοχές όπου ήδη υπάρχει οριοθέτηση. Πρακτική που ακολουθείται και στην περίπτωση της συμφωνίας με την Ιταλία όπου προηγείται η οριοθέτηση και ακολουθεί η ανακήρυξη που συνδέεται και με προϋποθέσεις προβλεπόμενες στην κοινή πολιτική δήλωση που έγινε ταυτόχρονα με την υπογραφή της συμφωνίας. Οι προϋποθέσεις αυτές αφορούν την προσαρμογή των ορίων των οικοπέδων (blocks) που η Ελλάδα έχει χωροθετήσει στο Ιόνιο για έρευνα και εκμετάλλευση υδρογονανθράκων… Είναι συνεπώς χρήσιμο να αποσαφηνίσει ρητά η Κυβέρνηση ότι η Ελλάδα ακολουθεί την πρακτική αυτή που και στις δυο παραλλαγές της (μια με Αίγυπτο και μια με Ιταλία) εναρμονίζεται με τις ρυθμίσεις της ΔΣΔΘ’’.
Οι δύο παραλλαγές στις οποίες αναφέρεται ο κ. Βενιζέλος αφορούν τη διαφορετικότητα των νομοθετημάτων με τα οποία θα κυρώσει η Ελλάδα τις διεθνείς συμφωνίες της. Η συμφωνία με την Αίγυπτο θα κυρωθεί με Νόμο της Βουλής (αυτόν που θα ψηφισθεί προσεχώς), για δε την κύρωση της Συμφωνίας με την Ιταλία απαιτείται πρώτα η έκδοση Προεδρικού Διατάγματος. Το να δηλωθεί, ωστόσο, στη Βουλή ότι η Ελλάδα ακολουθεί παραδεκτές από το Διεθνές Δίκαιο παραλλαγές μάλλον απισχνασμένο νόημα έχει.
Η είδηση που βγάζει εν προκειμένω ο κ. Καθηγητής είναι όμως άλλη: Μετά τη συμφωνία μας με την Ιταλία, που εμπεριέχει συγκεκριμένες συντεταγμένες των ΑΟΖ των δύο χωρών, ίσως χρειαστούν ‘‘προσαρμογές’’, όπως γράφει ο κ. Βενιζέλος, των ορίων των οικοπέδων στο Ιόνιο Πέλαγος, τα οποία έχουν ήδη παραχωρηθεί από το Ελληνικό Δημόσιο στις αναδόχους ‘‘Repsol Exploracion S.A.’’ και ‘‘ΕΛΠΕ ΑΕ’’ με τον Ν. 4629/2019. Συνεπώς, η Ελλάδα ας δηλώσει (δεν έγινε και τίποτε άλλωστε, για μια δήλωση στο Κοινοβούλιο πρόκειται) ότι ακολουθεί τις δύο άνω παραλλαγές, αλλά μήπως, κ. Καθηγητά, υφίσταται θέμα με την ‘‘συμβατική περιοχή’’ και την ‘‘περιοχή εκμετάλλευσης’’ που υποσχεθήκαμε, ως ελληνικό Δημόσιο, στους δύο αναδόχους; Πάντως και εσείς καλά γνωρίζετε ότι η ουσιωδέστερη παρεπόμενη υποχρέωση του εργοδότη (ήτοι του ελληνικού Δημοσίου) στις συμβάσεις παραχώρησης για έρευνα και εκμετάλλευση υδρογονανθράκων είναι η παραχώρηση στον εργολάβο της χρήσης της ‘‘συμβατικής περιοχής’’ και της ‘‘περιοχής εκμετάλλευσης’’ (Ν. Φαραντούρης, Τ. Κοσμίδης, Δίκαιο Υδρογονανθράκων, Νομική Βιβλιοθήκη, σελ. 284). Προέκυψε ζήτημα ‘‘χωρικής αλλοίωσης’’ των περιοχών αυτών μετά τη συμφωνία μας με την Ιταλία;
4. Στο τέταρτο σημείο των αναφορών του, ο κ. Βενιζέλος υποστηρίζει: ‘‘Η συμφωνία με την Αίγυπτο συνάπτεται ενώ αυτή έχει χωρικά ύδατα 12 και η Ελλάδα 6 ν.μ. χωρίς ρητή πρόβλεψη ότι η Ελλάδα μπορεί να επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα. Βεβαίως η επέκταση των χωρικών υδάτων μέχρι τα 12 ν.μ. συνιστά άσκηση κυριαρχίας και δεν εξαρτάται από τη συναίνεση άλλου κράτους. Αυτό, παρότι αυτονόητο, καλό είναι να δηλωθεί, ιδίως όταν σχεδόν όλες οι άλλες χώρες στη Μεσόγειο -όχι η Τουρκία- έχουν χωρικά ύδατα 12 ν.μ.’’.
Βέβαια, αυτός ο ίδιος ο γράφων αναγνωρίζει ότι αυτό που ζητεί να δηλωθεί στη Βουλή είναι νομικά πια αμφιλεγόμενο. Ο Καθηγητής Νομικής, πρώην Έλληνας ΥΠΕΞ (επί κυβερνήσεως Σημίτη) και πρώην Αντιπρόεδρος του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, κ. Χρ. Ροζάκης, έχει ήδη εκφράσει την άποψη (Καθημερινή, 24.2.2020) ότι μετά την οριοθέτηση της ΑΟΖ και της υφαλοκρηπίδας δεν μπορεί να επεκταθούν τα χωρικά ύδατα αντισυμβαλλόμενης χώρας. Επομένως, κατ’ αυτόν, η Ελλάδα δεν μπορεί να προβεί σε μια δήλωση, όπως αυτή που προτείνει ή επιθυμεί ο κ. Βενιζέλος.
Αλλά, πολύ πιο κρίσιμα, κατ’ εμέ, το μείζον θέμα είναι κατά πόσο πρακτικά μπορεί η Ελλάδα να υλοποιήσει μια τέτοια επιλογή (επέκταση των χωρικών υδάτων από τα 6 στα 12 ν.μ.) όταν στη διεθνώς εκπεφρασμένη συμπεριφορά της (όπως αυτή αποκρυσταλλώνεται στη γραμματική διατύπωση των συμφωνιών με Αίγυπτο και Ιταλία) επιλέγει, εκουσίως ή ένεκα συμβιβαστικών υποχωρήσεων, να εμμένει στον προσδιορισμό των χωρικών της υδάτων στα 6 ν.μ.
Αυτό το ζήτημα, το ζήτημα του εύρους των χωρικών υδάτων, επί του οποίου η Ελλάδα φαίνεται να μονιμοποιεί πλέον τις αντιλήψεις της (6 ν.μ. με Αίγυπτο, 6 ν.μ. με Ιταλία και 6 ν.μ. και με Τουρκία βεβαίως ελέω της γνωστής απειλής του ‘‘casus belli’’) δεν είναι διόλου αμελητέο. Αντιθέτως, είναι ο σκληρός πυρήνας του γεωπολιτικού παιγνίου στην περιοχή μας και ακανθώδες σημείο διπλωματικής τριβής, μέγιστης νευραλγικότητας. Με τα χωρικά ύδατα (κυρίως) των νησιών μας, τα 6 ν.μ., το 43,5 % του Αιγαίου είναι ελληνικό, ενώ το 7,5% τουρκικό. Με τα χωρικά μας ύδατα (κυρίως) των νησιών μας στα 12 ν.μ., ενώ το ποσοστό των Τούρκων στο Αιγαίο παραμένει συγκριτικά αμελητέο (8,7%), το ελληνικό ποσοστό κυριαρχίας στο Αιγαίο φτάνει στο 71,5% (Α. Συρίγος, Τουρκικές διεκδικήσεις σε Αιγαίο και Ανατ. Μεσόγειο, Καθημερινή, Ειδική έκδοση 2018, σελ. 14). Με τα χωρικά μας ύδατα, λοιπόν, στα 12 ν.μ. το Αιγαίο μετατρέπεται αυτομάτως σε ‘‘mare nostrum’’.
O Α. Davutoglu, εξάλλου, παραδέχεται: ‘‘Το γεγονός ότι η συντριπτική πλειονότητα των νησιών του Αιγαίου βρίσκεται υπό ελληνική κυριαρχία αποτελεί το σημαντικότερο αδιέξοδο (ενν. για τους Τούρκους) της πολιτικής της εγγύς θαλάσσιας περιοχής της Τουρκίας’’. (To Στρατηγικό βάθος, η διεθνής θέση της Τουρκίας, 2010, σελ. 268)
Η Ελλάδα, συνεπώς, μοιάζει να βάζει εμπόδια η ίδια στον εαυτό της και να το πράττει τούτο ad hoc σε διεθνείς διμερείς συνθήκες με αυτά που συμφωνεί και υπογράφει, εμπόδια που βέβαια δεν αίρονται, εξαλείφονται ή έστω μετριάζονται από δηλώσεις (όπως θέλει ο κ. Βενιζέλος) στην ελληνική Βουλή περί διατήρησης του δικαιώματος επέκτασης των χωρικών υδάτων της χώρας στα 12 ν.μ. (κάτι άλλωστε που και το αρ. 3 της UNCLOS ούτως ή άλλως προβλέπει, αλλά κάτι για το οποίο η Ελλάδα όχι μόνο δεν… τολμά, αλλά …. ‘‘αυτοναρκοθετεί’’).
5. Στο πέμπτο σημείο της τοποθέτησης του ο κ. Βενιζέλος γράφει: ‘‘Συνεπώς η πρόβλεψη του άρθρου 1 (α) για τη δυνατότητα ολοκλήρωσης της μερικής ελληνοαιγυπτιακής οριοθέτησης είναι γενική και παραπέμπει σε απροσδιόριστο μελλοντικό σημείο, ενώ η συγκεκριμένη πρόβλεψη του άρθρου 1 (δ) (ενν. της ελληνοαιγυπτιακής συμφωνίας) μπορεί να δώσει την εντύπωση ότι οι τουρκικοί ισχυρισμοί Ανατολικά του 28ου μεσημβρινού λαμβάνονται υπόψη, γι’ αυτό ίσως η απάντηση της Αιγύπτου στην τουρκική αντίδραση ήταν : «περιμένετε να δείτε το κείμενο της συμφωνίας»… Πρέπει συνεπώς και κατά την κοινοβουλευτική συζήτηση να αποσαφηνιστεί ότι η Ελλάδα διατηρεί ενεργά τα υπό οριοθέτηση κυριαρχικά δικαιώματά της και Ανατολικά του 28ου’’ .
Ο κ. Βενιζέλος ζητεί δηλαδή να αποσαφηνιστεί στην ελληνική Βουλή ότι η Ελλάδα κρατά ενεργό το δικαίωμα της να προβεί, σε απροσδιόριστο μελλοντικό χρονικό σημείο, στην ολική οριοθέτηση των ΑΟΖ με την Αίγυπτο, ήτοι στην οριοθέτηση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της και Ανατολικά του 28ου Μεσημβρινού.
Αναρωτιέμαι όμως πως το ζητεί αυτό ο κ. Καθηγητής όταν ήδη η Ελλάδα έχει ήδη δεχθεί ‘‘εκπτώσεις από τις αρχές της ίσης απόστασης/μέσης γραμμής και της πλήρους επήρειας των νησιών. Στο άρθρο του στο Βήμα της Κυριακής (15/8), λίγες μέρες πριν απ’ αυτά που ισχυρίζεται με τα παραπάνω, ο ίδιος ο κ. Βενιζέλος γράφει: ‘‘Στη συμφωνία με την Αίγυπτο δυτικά του 28ου μεσημβρινού η Ελλάδα κινήθηκε συμβιβαστικά προκειμένου η οριοθέτηση Ελλάδας – Αιγύπτου να «διασταυρωθεί» με την «οριοθέτηση» του μνημονίου Τουρκίας – Λιβύης και να δημιουργηθεί πολυμερής διεθνής διαφορά. Αποδέχθηκε για τον λόγο αυτόν εκπτώσεις από τις αρχές της ίσης απόστασης / μέσης γραμμής και της πλήρους επήρειας όλων των νησιών. Αυτή η αποδοχή διαμόρφωσε ένα προηγούμενο που θα επηρεάσει προφανώς τις εξελίξεις και ανατολικά του 28ου μεσημβρινού.’’
Τι νόημα έχει, λοιπόν, να ειπωθεί στην ελληνική Βουλή ότι η Ελλάδα επιφυλάσσεται για την οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών της και ανατολικά του 28ου Μεσημβρινού όταν ο ίδιος ο κ. Καθηγητής μας λέει ότι με τις εκπτώσεις που δέχθηκε η Ελλάδα στις αρχές της ίσης απόστασης/μέσης γραμμής και στην αρχή της πλήρους επήρειας των νησιών ‘‘διαμορφώθηκε ένα προηγούμενο που θα επηρεάσει προφανώς τις εξελίξεις και ανατολικά του 28ου μεσημβρινού’’;
Διαμορφώθηκε, επομένως, ήδη ένα σκηνικό, από το οποίο μπορεί να εξαχθεί ερμηνευτικά η υπόρρητη παραδοχή της Ελλάδας, παρά όλων των αντιθέτως θρυλουμένων, για μειωμένη επήρεια των θαλασσίων ζωνών του συγκροτήματος του Καστελόριζου και για ελαστική εφαρμογή της αρχής της ίσης απόστασης/μέσης γραμμής. Έτσι δεν είναι κ. Βενιζέλε; Ξεχάσατε, άραγε, τι γράφατε στο ‘‘Βήμα’’ στις 15/8;
6. Την έκτη του σκέψη ο κ. Βενιζέλος την εκφράζει ως εξής: ‘‘Ο συνδυασμός του μόλις αναφερθέντος άρθρου 1 (δ) με το άρθρο 1(ε) μπορεί να αφήνει το ενδεχόμενο η Αίγυπτος και η Τουρκία να οριοθετήσουν μεταξύ τους Ανατολικά του 28ου μεσημβρινού (όπου και το συγκρότημα Καστελλόριζου) με μόνη υποχρέωση της Αιγύπτου να ενημερώσει την Ελλάδα και να διαβουλευθεί με αυτή. Χωρίς όμως να είναι αναγκαία η συμφωνία της Ελλάδας, εφόσον δεν θα μεταβληθούν οι γεωγραφικές συντεταγμένες του σημείου (Α)… Είναι συνεπώς χρήσιμο να μεταφερθούν στην κοινοβουλευτική συζήτηση τυχόν δεσμεύσεις που ανέλαβε η Αίγυπτος έναντι της Ελλάδας ή τυχόν συναντίληψη για τη συμπεριφορά της στο θέμα αυτό.’’
Στις 9/8 όμως ο κ. Καθηγητής σε άρθρο του στην ‘‘Καθημερινή’’ (Οριοθετημένος διάλογος για την οριοθέτηση) σημείωνε: ‘‘Τέτοια συνολική στρατηγική δεν φαίνεται να υπάρχει όταν μία εβδομάδα πριν δηλώνεις έτοιμος να υπερασπιστείς στρατιωτικά, έναντι της Τουρκίας, την πλήρη επήρεια του νησιωτικού συγκροτήματος Καστελλόριζου και μάλιστα σχεδόν στο απώτατο γεωγραφικά σημείο και μία εβδομάδα μετά αφήνεις το νησιωτικό συγκρότημα Καστελλόριζου εκτός της συμφωνίας οριοθέτησης με την Αίγυπτο’’.
Πώς να δηλωθούν, λοιπόν, στη Βουλή, κ. Βενιζέλε, οι δεσμεύσεις της Αιγύπτου και η συναντίληψή της για τη μεταξύ μας ολική οριοθέτηση των ΑΟΖ, όταν εμείς, όπως γράψατε παραπάνω (9/8), δεν έχουμε συνολική στρατηγική, άρα όχι συναντίληψη με τους Αιγύπτιους, αλλά ούτε καν στέρεα διαμορφωμένη δική μας αντίληψη; Όταν από τη μια, όπως λέτε, δηλώνουμε έτοιμοι να υπερασπιστούμε την πλήρη επήρεια του Καστελόριζου, βγάζοντας το Πολεμικό Ναυτικό μας στην Ανατ. Μεσόγειο και από την άλλη αφήνουμε το Καστελόριζο εκτός της Συμφωνίας μας με την Αίγυπτο; Θα μας πείτε, πως; Πάντως, θεωρώ πολύ δύσκολη την απάντησή σας σε τούτο το ερώτημα.
7. Στην τελική, έβδομη παρατήρησή του, ο κ. Βενιζέλος σημειώνει: ‘‘Η ελληνοαιγυπτιακή συμφωνία προβλέπει στο άρθρο 3 ότι κάθε διαφορά ως προς την ερμηνεία και εφαρμογή της θα επιλύεται «μέσω της διπλωματικής οδού σε πνεύμα κατανόησης και συνεργασίας». Δεν περιέχει συνεπώς ρήτρα προσφυγής ούτε σε διαιτησία ούτε στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης… Είναι συνεπώς χρήσιμο να αποσαφηνισθεί τι θα συμβεί αν είναι ατελέσφορες για μακρύ χρόνο οι διπλωματικές διαβουλεύσεις σε περίπτωση διαφωνίας ως προς την ερμηνεία και εφαρμογή της ελληνοαιγυπτιακής συμφωνίας.’’
Επί τούτου, καταρχάς, αυτή η αποσαφήνιση του τι θα συμβεί σε περίπτωση διαφωνίας επί της ερμηνείας της ελληνοαιγυπτιακής συμφωνίας δεν πραγματοποιείται με έσωθεν διευκρινιστικές εξηγήσεις στο ελληνικό Κοινοβούλιο, αλλά με συμπληρωματική διεθνή συμφωνία των δύο μερών (Ελλάδας-Αιγύπτου). Κατά δεύτερον, η Διεθνής Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας (UNCLOS) στο Μέρος ΧV και στα άρθρα 279-299 προβλέπει με σαφήνεια τι γίνεται σε τέτοιες περιπτώσεις και ειδικά στα άρθρα 281 και 286. Συνεπώς, δεν κομίζει ‘‘γλαύκα εις Αθήνας’’ ούτε αυτή η (τελευταία) δήλωση, κ. Καθηγητά.
Μετά όλα τα παραπάνω, το μόνο που μένει, πέραν του όποιου προβληματισμού ‘‘γεννούν’’ ή ‘‘γεννήσουν’’ τα γραφόμενα μου, είναι να απαντηθεί το ερώτημα που τέθηκε στον τίτλο του άρθρου. ‘‘Χρυσώνεται το χάπι’’, τελικά, κ. Βενιζέλε; Μάλλον όχι, είναι η απάντηση, αν και τούτη την ώρα είναι άλλα εκείνα που προέχουν…
ΧΡΗΣΤΟΣ ΓΚΟΥΓΚΟΥΡΕΛΑΣ
ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ
LLM IN INTERNATIONAL COMMERCIAL LAW
LLM IN EUROPEAN LAW
Cer. LSE in Business, International
Relations and the political science
Σημείωση: Ακολουθεί χάρτης που δείχνει το Αιγαίο με τα ελληνικά χωρικά ύδατα στα 6 ν.μ. και αντιστοίχως με τα ελληνικά χωρικά ύδατα στα 12 ν.μ.