Εισαγωγή
Η Ευρωπαϊκή Ημέρα Μνήμης των Θυμάτων του Σταλινισμού και του Ναζισμού (23 Αυγούστου), καθιερωμένη με απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου το 2009, αποτελεί ένα συμβολικό ορόσημο για την ανάμνηση των εκατομμυρίων θυμάτων δύο από τα πιο χαρακτηριστικά ολοκληρωτικά καθεστώτα του 20ού αιώνα. Ο ναζισμός, με την άνοδο του Χίτλερ στη Γερμανία (1933–1945), και ο σταλινισμός, με την ηγεμονία του Ιωσήφ Στάλιν στη Σοβιετική Ένωση (1924–1953), διαμόρφωσαν δύο συστήματα εξουσίας που άφησαν ανεξίτηλη σφραγίδα στη σύγχρονη ευρωπαϊκή ιστορία.
Η ανάλυση των συγκλίσεων και των αποκλίσεων των δύο καθεστώτων αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση για την κατανόηση της φύσης του ολοκληρωτισμού, όπως αυτός αναλύθηκε κλασικά από τη Hannah Arendt στο έργο της The Origins of Totalitarianism (1951).
Συγκλίσεις
Η ομοιότητα μεταξύ ναζισμού και σταλινισμού αποτυπώνεται πρωτίστως στην ολοκληρωτική τους φύση. Όπως υποστηρίζει η Hannah Arendt, τα δύο καθεστώτα δεν μπορούν να εξηγηθούν απλώς ως αυταρχικές δικτατορίες, αλλά συγκροτούν μία «νέου τύπου εξουσία», όπου η κρατική κυριαρχία διεισδύει σε όλες τις πτυχές της κοινωνικής και ιδιωτικής ζωής, καταργώντας τη διάκριση ανάμεσα στο δημόσιο και το ιδιωτικό (Arendt, 1951). Ο ολοκληρωτισμός, σε αντίθεση με τα παραδοσιακά αυταρχικά καθεστώτα, δεν περιορίζεται στον έλεγχο των πολιτικών θεσμών· επιδιώκει την ολική κινητοποίηση των μαζών, τη διαρκή καθυπόταξη της κοινωνίας στην ιδεολογία και την πλήρη εξάλειψη της ατομικότητας. Στο ίδιο πνεύμα, ο Carl J. Friedrich και ο Zbigniew Brzezinski, στη μελέτη τους Totalitarian Dictatorship and Autocracy (1956), διατύπωσαν τα κλασικά «έξι χαρακτηριστικά του ολοκληρωτισμού»: επίσημη ιδεολογία, μονοκομματικό σύστημα, τρομοκρατική αστυνομία, μονοπώλιο στα μέσα επικοινωνίας, μονοπώλιο στα όπλα και κεντρικά σχεδιασμένη οικονομία. Υπό αυτό το πρίσμα, ναζισμός και σταλινισμός συγκλίνουν δομικά: και τα δύο οικοδομήθηκαν πάνω σε μία ολοκληρωτική λογική που καταργούσε κάθε έννοια πολιτικής και προσωπικής αυτονομίας, εγκαθιστώντας τον τρόμο και την ιδεολογική μονοκρατορία ως βασικούς πυλώνες κοινωνικής οργάνωσης.
Μονοκομματισμός και προσωπολατρία
Η συγκέντρωση της εξουσίας στο κόμμα και η προσωποποίηση στον ηγέτη συνιστούν κεντρικό χαρακτηριστικό τόσο του ναζισμού όσο και του σταλινισμού. Στη ναζιστική Γερμανία, το δόγμα του Führerprinzip ανέδειξε τον Χίτλερ σε υπέρτατο κριτή της πολιτικής και κοινωνικής πραγματικότητας, καθιστώντας τον φορέα της ανώτατης νομιμότητας. Στη Σοβιετική Ένωση, η προσωπολατρία γύρω από τον Στάλιν απέκτησε σχεδόν θεοκρατικά χαρακτηριστικά, καθώς το πρόσωπό του εξυμνήθηκε ως αλάνθαστος καθοδηγητής του σοσιαλιστικού μετασχηματισμού. Στην πράξη, και τα δύο καθεστώτα επέβαλαν ένα μονοκομματικό σύστημα, όπου η πολιτική αντιπολίτευση και κάθε μορφή πλουραλισμού εξαλείφθηκαν, ενώ η προσωπικότητα του ηγέτη λειτουργούσε ως το απόλυτο κέντρο εξουσίας και νομιμοποίησης.
Χρήση της τρομοκρατίας
Ο τρόμος αποτέλεσε το βασικό μέσο ελέγχου και καταστολής. Στη Γερμανία, η Gestapo (Μυστική Κρατική Αστυνομία) είχε καθοριστικό ρόλο στην εξουδετέρωση των αντιπάλων του καθεστώτος, στη δημιουργία ενός καθεστώτος φόβου και στην εφαρμογή φυλετικών νόμων που οδήγησαν σε διώξεις, εκτοπίσεις και εξοντώσεις. Στη Σοβιετική Ένωση, ο αντίστοιχος ρόλος ανήκε στην NKVD, η οποία οργάνωσε τις μαζικές εκκαθαρίσεις της δεκαετίας του 1930, συνέλαβε εκατομμύρια πολιτών και τους οδήγησε σε εκτελέσεις ή εκτοπίσεις στα γκουλάγκ. Και στις δύο περιπτώσεις, η τρομοκρατία δεν υπήρξε περιστασιακό μέσο, αλλά συστατικό στοιχείο της ίδιας της λειτουργίας του καθεστώτος, καθιστώντας τον φόβο εργαλείο κοινωνικής πειθαρχίας.
Ιδεολογική μονοκρατορία
Κοινό γνώρισμα των δύο καθεστώτων ήταν η εγκαθίδρυση μιας απόλυτης ιδεολογικής μονοκρατορίας. Στον ναζισμό, η ιδεολογία της φυλετικής ανωτερότητας και η εξύμνηση της «Άριας φυλής» αποτέλεσαν το θεωρητικό υπόβαθρο που νομιμοποίησε τον αποκλεισμό, τις διώξεις και τελικά τη βιομηχανική εξόντωση εκατομμυρίων ανθρώπων. Στον σταλινισμό, η ιδεολογία του «ορθού μαρξισμού-λενινισμού», όπως αυτός ερμηνεύτηκε από τον ίδιο τον Στάλιν, αποτέλεσε απόλυτη αλήθεια, με αποτέλεσμα η οποιαδήποτε απόκλιση ή αμφισβήτηση να αντιμετωπίζεται ως «αντεπαναστατική» και να τιμωρείται με διώξεις, φυλακίσεις ή εκτελέσεις. Σε αμφότερα τα καθεστώτα, η ιδεολογία δεν ήταν πεδίο ελεύθερης διαμάχης ιδεών, αλλά εργαλείο απόλυτης νομιμοποίησης και καταναγκασμού.
Προπαγάνδα και έλεγχος της κοινωνίας
Η προπαγάνδα λειτούργησε ως βασικό όπλο των ολοκληρωτικών καθεστώτων για τη διαμόρφωση των συνειδήσεων και την εδραίωση της εξουσίας τους. Μέσω του σχολικού συστήματος, του ελεγχόμενου Τύπου, του ραδιοφώνου και της τέχνης, τα καθεστώτα αυτά καλλιέργησαν μια μονοδιάστατη εικόνα της πραγματικότητας, εξαλείφοντας κάθε εναλλακτική αφήγηση. Στη Γερμανία, το Υπουργείο Προπαγάνδας υπό τον Γιόζεφ Γκέμπελς ενορχήστρωσε μια τεράστια μηχανή προπαγάνδας, προβάλλοντας τη φυλετική ιδεολογία και την εικόνα του Χίτλερ ως σωτήρα. Στη Σοβιετική Ένωση, η προπαγάνδα εδραίωσε την προσωπολατρία του Στάλιν και προέβαλε τον «σοσιαλιστικό ρεαλισμό» ως το μόνο αποδεκτό καλλιτεχνικό ρεύμα. Όπως σημειώνει ο Ernst Nolte (1963), η μονοπώληση της πληροφόρησης και η δημιουργία μιας ενιαίας «επίσημης αλήθειας» υπήρξαν καθοριστικά στοιχεία της ολοκληρωτικής κυριαρχίας.
Στρατόπεδα καταναγκαστικής εργασίας
Τέλος, τα στρατόπεδα συγκέντρωσης στη ναζιστική Γερμανία και τα γκουλάγκ στη Σοβιετική Ένωση αποτέλεσαν την πιο ακραία έκφανση της ολοκληρωτικής διαχείρισης των μαζών. Στη Γερμανία, τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, αρχικά για πολιτικούς κρατούμενους, εξελίχθηκαν σε χώρους βιομηχανικής εξόντωσης (π.χ. Άουσβιτς, Τρεμπλίνκα), όπου εκατομμύρια Εβραίοι, Ρομά και άλλες ομάδες εξοντώθηκαν. Στη Σοβιετική Ένωση, το σύστημα των γκουλάγκ, με εκατομμύρια κρατουμένους, λειτούργησε ως εργαλείο τόσο φυσικής εξόντωσης όσο και οικονομικής εκμετάλλευσης μέσω καταναγκαστικής εργασίας. Όπως έχει δείξει ο Michel Foucault (1975), τέτοιες πρακτικές εντάσσονται σε μια «βιοπολιτική διαχείριση», όπου οι πληθυσμοί αντιμετωπίζονται ως αντικείμενα ελέγχου, εκμετάλλευσης και εξόντωσης, ανάλογα με τις ανάγκες του καθεστώτος.
Φυλετικός έναντι ταξικού χαρακτήρα
Μία από τις πλέον θεμελιώδεις αποκλίσεις ανάμεσα στον ναζισμό και τον σταλινισμό αφορά τον ιδεολογικό τους πυρήνα. Ο ναζισμός στηρίχθηκε στη φυλετική θεωρία, με την ιδέα της «Άριας φυλής» να τοποθετείται στο επίκεντρο του πολιτικού και κοινωνικού προγράμματος. Ο αντισημιτισμός, η στοχοποίηση των Ρομά, των Σλάβων και άλλων «κατώτερων» εθνοτικών ομάδων νομιμοποίησαν την πιο ακραία μορφή βίας: τη βιομηχανική εξόντωση εκατομμυρίων ανθρώπων στα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Αντίθετα, ο σταλινισμός θεμελιώθηκε σε μια ταξική λογική, ερμηνεύοντας την ιστορική εξέλιξη μέσα από την αντιπαράθεση κοινωνικών τάξεων. Οι κουλάκοι (ευκατάστατοι αγρότες), οι «αντεπαναστάτες» και οι «εχθροί του λαού» αποτέλεσαν τις κύριες κατηγορίες στόχων του σταλινικού καθεστώτος. Στην πράξη, η ταξική αυτή ερμηνεία οδήγησε σε εκτεταμένες διώξεις, εκτοπίσεις και μαζικές εκκαθαρίσεις, με εκατομμύρια θύματα, ιδίως κατά τη δεκαετία του 1930. Ενώ λοιπόν ο ναζισμός προσανατολίστηκε σε βιολογικά-φυλετικά κριτήρια, ο σταλινισμός στόχευσε σε κοινωνικοοικονομικά, αποκαλύπτοντας διαφορετικούς μεν, αλλά εξίσου απάνθρωπους μηχανισμούς αποκλεισμού και εξόντωσης.
Σχέση με την οικονομία
Ένα δεύτερο σημείο απόκλισης αφορά το οικονομικό μοντέλο. Στη ναζιστική Γερμανία, η ιδιωτική ιδιοκτησία και οι επιχειρήσεις δεν καταργήθηκαν, αλλά τέθηκαν υπό στενό κρατικό έλεγχο. Ο οικονομικός σχεδιασμός προσανατολίστηκε κυρίως στη στρατιωτικοποίηση και στην προετοιμασία για τον πόλεμο. Η συνεργασία μεταξύ του κράτους και μεγάλων βιομηχανικών ομίλων, όπως της Krupp και της IG Farben, υπήρξε χαρακτηριστική της «κατευθυνόμενης οικονομίας» του Γ΄ Ράιχ (Overy, 1995). Αντιθέτως, στη Σοβιετική Ένωση η οικονομία αναδιοργανώθηκε μέσα από την πλήρη κρατικοποίηση και την κολεκτιβοποίηση της αγροτικής παραγωγής. Οι πενταετείς σχεδιασμοί του Στάλιν αποσκοπούσαν στη γρήγορη εκβιομηχάνιση, συχνά με τεράστιο ανθρώπινο κόστος. Η βίαιη κολεκτιβοποίηση προκάλεσε λιμούς, με κορυφαίο παράδειγμα τον Χολοντομόρ στην Ουκρανία (1932–1933), που οδήγησε σε εκατομμύρια θανάτους. Επομένως, ενώ ο ναζισμός προώθησε ένα υβριδικό μοντέλο κρατικού ελέγχου με διατήρηση της ιδιωτικής ιδιοκτησίας, ο σταλινισμός υιοθέτησε μια απόλυτη μορφή κεντρικά σχεδιασμένης οικονομίας.
Εθνικισμός έναντι διεθνισμού
Τέλος, διακριτή είναι και η αντίληψη των δύο καθεστώτων για το εθνικό και διεθνές πλαίσιο. Ο ναζισμός υπήρξε ριζικά εθνικιστικός και ιμπεριαλιστικός. Η θεωρία του Lebensraum («ζωτικός χώρος») προέβαλε την ανάγκη επέκτασης της Γερμανίας προς την Ανατολή και δικαιολόγησε την κατάκτηση και υποδούλωση άλλων λαών, ιδίως των Σλάβων. Το όραμα του Τρίτου Ράιχ συνδεόταν με την παγκόσμια ηγεμονία του γερμανικού έθνους. Αντιθέτως, ο σταλινισμός, αν και αντλούσε από τον μαρξιστικό διεθνισμό, στην πράξη περιόρισε τις βλέψεις του σε έναν «σοσιαλισμό σε μία χώρα», δηλαδή την οικοδόμηση ενός ισχυρού σοβιετικού κράτους ως προϋπόθεση για μελλοντική διεθνή επέκταση. Ο διεθνιστικός λόγος παρέμεινε περισσότερο ιδεολογικό εργαλείο, ενώ η πολιτική του Στάλιν επικεντρώθηκε σε μια εθνοκεντρική ενίσχυση της Σοβιετικής Ένωσης, καθιστώντας τη μεγάλη δύναμη του ανατολικού μπλοκ μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Έτσι, ενώ ο ναζισμός καλλιέργησε έναν ακραίο φυλετικό εθνικισμό, ο σταλινισμός συνδύασε τον ιδεολογικό διεθνισμό με μια πραγματιστική, κρατικοκεντρική στρατηγική.
Τα δεινά του ναζισμού στην Ευρώπη
Ο ναζισμός υπήρξε συνώνυμος της ακραίας βίας και της συστηματικής εξόντωσης. Το πιο χαρακτηριστικό και αποτρόπαιο γεγονός υπήρξε το Ολοκαύτωμα, δηλαδή η βιομηχανική εξόντωση περίπου έξι εκατομμυρίων Εβραίων, μαζί με εκατομμύρια Ρομά, πολιτικούς αντιπάλους, ομοφυλοφίλους, άτομα με αναπηρίες και άλλες ομάδες που θεωρήθηκαν «ανεπιθύμητες» ή «κατώτερες». Το ναζιστικό κράτος ανέπτυξε έναν μηχανισμό μαζικών εκτοπίσεων, καταναγκαστικής εργασίας και εξόντωσης, οργανωμένο σε στρατόπεδα συγκέντρωσης και θανάτου όπως το Άουσβιτς, το Νταχάου και η Τρεμπλίνκα. Παράλληλα, ο ναζιστικός επεκτατισμός προκάλεσε τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, με συνέπεια περισσότερους από 50 εκατομμύρια νεκρούς σε όλο τον κόσμο, εκτεταμένες καταστροφές υποδομών και την κατάρρευση της κοινωνικής και οικονομικής ζωής σε μεγάλο μέρος της Ευρώπης (Evans, 2008). Οι κατακτημένες χώρες υπέστησαν λεηλασίες, πείνα και μαζικές εκτελέσεις αμάχων, καθώς και πολιτικές «γερμανοποίησης» που επιδίωκαν την εξάλειψη τοπικών ταυτοτήτων.
Τα δεινά του σταλινισμού στην Ευρώπη
Ο σταλινισμός, αν και δεν υλοποίησε μια γενοκτονία φυλετικού χαρακτήρα όπως ο ναζισμός, προκάλεσε επίσης μαζικό και εκτεταμένο ανθρώπινο πόνο μέσω της κρατικής τρομοκρατίας και της αυταρχικής του οικονομικής πολιτικής. Οι μαζικές εκκαθαρίσεις της δεκαετίας του 1930 οδήγησαν σε εκατομμύρια εκτελέσεις ή φυλακίσεις πολιτών, πολλοί εκ των οποίων οδηγήθηκαν στα στρατόπεδα καταναγκαστικής εργασίας του γκουλάγκ, όπου οι συνθήκες διαβίωσης συχνά οδηγούσαν στον θάνατο. Παράλληλα, η πολιτική της βίαιης κολεκτιβοποίησης προκάλεσε εκτεταμένους λιμούς, με κορυφαίο παράδειγμα τον Χολοντομόρ στην Ουκρανία (1932–1933), όπου εκατομμύρια άνθρωποι πέθαναν από ασιτία (Conquest, 1991). Επιπλέον, ο σταλινισμός επέβαλε μαζικές απελάσεις ολόκληρων εθνοτήτων, όπως των Τσετσένων, των Τατάρων της Κριμαίας και άλλων, σε απομακρυσμένες περιοχές της Σιβηρίας και της Κεντρικής Ασίας, προκαλώντας ανείπωτες ανθρώπινες απώλειες. Η καθημερινή ζωή υπό τον σταλινισμό χαρακτηριζόταν από αβεβαιότητα, φόβο και καχυποψία, καθώς η κατηγορία περί «αντεπαναστατικής δράσης» μπορούσε να οδηγήσει οποιονδήποτε στη φυλακή ή στην εκτέλεση.
Συγκριτική αποτίμηση των δεινών
Παρά τις διαφορετικές αφετηρίες τους, και τα δύο καθεστώτα κατέληξαν σε συστηματική καταπίεση και μαζική απώλεια ανθρώπινων ζωών. Ο ναζισμός εξόντωσε μεθοδικά «ανεπιθύμητους» πληθυσμούς στο όνομα της φυλετικής καθαρότητας, ενώ ο σταλινισμός κατέστειλε, εκτόπισε και εξόντωσε κοινωνικές ομάδες και εθνότητες στο όνομα της ταξικής πάλης και της πολιτικής νομιμοφροσύνης. Το κοινό στοιχείο τους ήταν η αντιμετώπιση του ανθρώπου όχι ως αυθύπαρκτης προσωπικότητας, αλλά ως αναλώσιμου μέσου για την επίτευξη πολιτικών σκοπών. Έτσι, ολόκληρες κοινωνίες βίωσαν τον τρόμο, την καταστροφή των δομών τους και την απώλεια εκατομμυρίων ζωών, με αποτέλεσμα η ιστορική μνήμη της Ευρώπης να σημαδεύεται ανεξίτηλα από τα δεινά αυτών των δύο καθεστώτων.
Συμπεράσματα
Η συγκριτική ανάλυση του ναζισμού και του σταλινισμού αναδεικνύει ένα διττό φαινόμενο: αφενός, τις ουσιώδεις ιδεολογικές τους αποκλίσεις, και αφετέρου, τις δομικές τους ομοιότητες ως ολοκληρωτικά καθεστώτα. Ο ναζισμός θεμελιώθηκε στη φυλετική ανωτερότητα και τον ακραίο εθνικισμό, ενώ ο σταλινισμός αντλούσε από τον μαρξιστικό λόγο της ταξικής πάλης και επικεντρωνόταν στην οικοδόμηση ενός απόλυτα ελεγχόμενου σοσιαλιστικού κράτους. Ωστόσο, παρά τις διαφορετικές τους αφετηρίες, και τα δύο καθεστώτα κατέληξαν σε έναν κοινό παρονομαστή: την υποταγή του ατόμου στο κράτος, την απολυταρχική μονοκρατορία του κόμματος, τη χρήση της βίας ως κανονικότητας και την αφαίρεση εκατομμυρίων ζωών μέσω στρατοπέδων συγκέντρωσης, γκουλάγκ, λιμών και γενοκτονιών.
Η ιστορική εμπειρία αποδεικνύει ότι ο ολοκληρωτισμός, είτε με τη φυλετική είτε με την ταξική του εκδοχή, αποτελεί απόλυτη άρνηση της ελευθερίας, της αξιοπρέπειας και της αξίας του ανθρώπου. Η σκέψη στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής μνήμης δεν μπορεί παρά να οδηγήσει σε μια καθολική καταδίκη και των δύο μορφών ολοκληρωτισμού, όχι μόνο ως πολιτικών συστημάτων του παρελθόντος, αλλά και ως υπενθύμιση του διαρκούς κινδύνου που εγκυμονεί η ανεξέλεγκτη συγκέντρωση εξουσίας. Η Ευρώπη, μέσα από τη μνήμη των θυμάτων, καλείται να διατηρήσει ζωντανή τη δέσμευση για δημοκρατία, κράτος δικαίου και σεβασμό στα ανθρώπινα δικαιώματα, προκειμένου να αποτραπεί η επανάληψη αντίστοιχων φαινομένων στο μέλλον.
Ενδεικτική Βιβλιογραφία
- Arendt, H. (1951). The Origins of Totalitarianism. New York: Harcourt.
- Conquest, R. (1991). The Great Terror: A Reassessment. Oxford University Press.
- Evans, R. J. (2008). The Third Reich at War. Penguin.
- Nolte, E. (1963). Der Faschismus in seiner Epoche. München.
- Overy, R. (1995). Why the Allies Won. Jonathan Cape.
- Foucault, M. (1975). Surveiller et punir. Paris: Gallimard.

